ΤΟ ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΥ ΠΑΓΓΑΙΟΥ
Οργανωμένο σχέδιο ή συμπτώσεις;
ΜΕΡΟΣ IV
Όπως είπαμε και στην προηγούμενη ανάρτηση, ο καθηγητής κ. Καμαρινόπουλος, προφανώς ήταν "κουμπωμένος" σε δηλώσεις για να καθυσηχάσει την τοπική κοινωνία, ίσως γιατί είναι υπέρμαχος της εκμετάλλευσης της πυρηνικής ενέργειας. Και αυτό αποδεικνύεται από άρθρο του που φιλοξενήθηκε στην εφημερίδα "Καθημερινή" στις 17 Φεβρουαρίου 2008, όπου όμως αναγνωρίζει σοβαρά μειονεκτήματα, τα οποία και προσπαθεί να "ξεπεράσει"...
Τίτλος του ρεπορτάζ:
"H Ελλάδα βρίσκεται ενώπιον του πυρηνικού διλήμματος
H «K» ανοιγει τη συζήτηση για τη δυνατότητα χρήσης της πυρηνικής ενέργειας στη χώρα μας – Διαμετρικά αντίθετες οι απόψεις των επιστημόνων".
Αφού η συνάδελφος περιγράφει την κατάσταση που επικρατεί σήμερα γύρω από το θέμα, περιλαμβάνει στο ρεπορτάζ της δύο απόψεις. Από αυτές η μία λέει ΝΑΙ στην αξιοποίηση, και είναι αυτή του κ. Καμαρινόπουλου, και η άλλη ΟΧΙ, αυτή του καθηγητή του Tομέα Πυρηνικής Φυσικής του Πανεπιστημίου της Aθήνας κ. Aθ. Γεράνιου.
Παρακάτω παραθέτουμε ακριβώς τις δύο απόψεις, όπως καταγράφηκαν στην "Καθημερινή":
ΝΑΙ
Είναι η ασφαλέστερη πηγή ενέργειας και εγγυάται αυτάρκεια
Του Λεωνίδα Kαμαρινόπουλου / Καθηγητής, Πρόεδρος της Eλληνικής Eπιτροπής Aτομικής Eνέργειας
Η καταπολέμηση των κλιματικών αλλαγών, ο περιορισμός της εξάρτησης από τα συμβατικά καύσιμα και η αυξημένη ανάγκη ανταγωνιστικότητας, επαναφέρουν την πυρηνική ενέργεια έπειτα από 25 χρόνια ύφεσης, στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος.
Ενα τρίτο περίπου της ηλεκτροπαραγωγής και το 15% της ενέργειας που καταναλώνεται στην Ευρωπαϊκή Ενωση προέρχεται από πυρηνικά εργοστάσια. Με δεδομένο τον αναμενόμενο διπλασιασμό κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας παγκοσμίως στο τέλος της επόμενης εικοσαετίας, βασικά λόγω αύξησης της ενεργειακής ζήτησης από αναπτυσσόμενες χώρες, η υλοποίηση του στρατηγικού στόχου μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα δεν είναι εφικτή χωρίς τη χρήση πυρηνικής ενέργειας, παράλληλα βέβαια με την εξοικονόμηση ενέργειας και την περαιτέρω ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Ταυτόχρονα, αν και στατιστικά η πυρηνική ενέργεια παραμένει από πλευράς ατυχημάτων η ασφαλέστερη πηγή ηλεκτροπαραγωγής, υπάρχουν εύλογες αντιρρήσεις για την εγκατάσταση και χρήση πυρηνικών εργοστασίων, αντιρρήσεις που εκφράζονται ιδιαίτερα έντονα και στη χώρα μας, και σχετίζονται με τις συνέπειες πιθανού μεγάλου ατυχήματος και την ανάγκη διαχείρισης των ραδιενεργών αποβλήτων. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί, ότι κατά τη λειτουργία μιας πυρηνικής μονάδας ηλεκτροπαραγωγής δεν εκλύονται αέριοι ρύποι στην ατμόσφαιρα, όπως συμβαίνει με τη χρήση συμβατικών μορφών ενέργειας, και η ρύπανση του περιβάλλοντος σε περίπτωση ομαλής λειτουργίας είναι αμελητέα έως μη μετρήσιμη. Το γεγονός αυτό αποτελεί και το βασικότερο πλεονέκτημα της πυρηνικής ενέργειας. Η διασφάλιση ενεργειακής ανεξαρτησίας αποτελεί ένα επιπλέον πλεονέκτημα που πρέπει να αναφερθεί: Ειδικότερα, το κόστος παραγωγής, ανεξάρτητα εάν είναι υψηλότερο ή χαμηλότερο από άλλες μορφές ενέργειας, είναι προβλέψιμο για μεγάλο χρονικό ορίζοντα, κάτι το οποίο θεωρείται πολύ σημαντικό για κάθε χώρα που επιλέγει να κάνει μια τέτοιου είδους επένδυση. Σε βάθος χρόνου, η χώρα που θα επιλέξει την πυρηνική ενέργεια θα καταστεί ανεξάρτητη από τις ενεργειακές κρίσεις που κατά καιρούς παρουσιάζονται διεθνώς.
Το βασικό μειονέκτημα της χρήσης της σχετίζεται με την ασφάλεια, καθώς τεχνικά δεν υπάρχει ακόμη η δυνατότητα να αποκλειστεί πλήρως το ενδεχόμενο ενός μεγάλου ατυχήματος, που μπορεί να οφείλεται είτε σε τεχνικούς λόγους είτε σε τρομοκρατική επίθεση. Ομως, μετά το ατύχημα του Τσερνόμπιλ, η ασφάλεια των αντιδραστήρων ισχύος έχει ενισχυθεί σημαντικά, περαιτέρω δε αύξηση της ασφάλειας εξασφαλίζουν οι νέες γενιές αντιδραστήρων, όπου τόσο οι συνέπειες όσο και πιθανότητες ατυχημάτων είναι σημαντικά μειωμένες. Η διαχείριση των αποβλήτων αποτελεί μειονέκτημα, όμως πιστεύω ότι το πρόβλημα έχει διογκωθεί και δεν αντιμετωπίζεται στις πραγματικές του διαστάσεις. Λόγω της μακροβιότητας των ραδιενεργών καταλοίπων, επιβάλλεται η ασφαλής διαχείρισή τους σε βάθος χρόνου, που από τεχνικής άποψης είναι εφικτό. Σε αντίθεση, τα κατάλοιπα συμβατικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής εκλύονται και συσσωρεύονται στην ατμόσφαιρα χωρίς την παραμικρή δυνατότητα ελέγχου.
Το ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας μας δεν προβλέπει χρήση πυρηνικής ενέργειας, τουλάχιστον μέχρι το 2020. Πιστεύω ότι αυτό σχετίζεται με την ιδιαίτερα χαμηλή αποδοχή της πυρηνικής ενέργειας (μικρότερη του 20%), γεγονός που καθιστά δυσχερή ακόμη και έναρξη συζήτησης για πιθανή εγχώρια χρήση της. Η διεθνής εμπειρία καταδεικνύει, ότι ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα απαιτεί ευρεία αποδοχή της κοινωνίας ενήμερων πολιτών. Με δεδηλωμένο το άμεσο ενδιαφέρον πολλών γειτονικών χωρών να εγκαταστήσουν πυρηνικούς σταθμούς (άραγε πιο ασφαλείς από ενδεχόμενους εγχώριους), η πιθανότητα ευρείας εισαγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αντιδραστήρες εκτός Ελλάδος καθίσταται εκ νέου ορατή.
ΟΧΙ
Τα πυρηνικά απόβλητα, το πιο επικίνδυνο και άλυτο πρόβλημα
Του Θαν. Κ. Γερανίου / Αναπλ. Καθηγ. του Τομέα Πυρηνικής Φυσικής και Στοιχειωδών Σωματιδίων του Πανεπιστημίου της Αθήνας
Πρώτα απ’ όλα, ο όρος «ειρηνική» χρήση της πυρηνικής ενέργειας, ότι δηλαδή δεν έχει σχέση με στρατιωτικές εφαρμογές, όρο που επικαλούνται οι υποστηρικτές της, είναι παραπλανητικός. Γιατί, από τη διαδικασία της λειτουργίας του πυρηνικού κύκλου των αντιδραστήρων προκύπτει και πλουτώνιο και απεμπλουτισμένο ουράνιο. Το πρώτο, (ύστερα από επεξεργασία) αποτελεί την πρώτη ύλη των πυρηνικών όπλων και το δεύτερο αποτελεί τη βάση για ραδιενεργά όπλα.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι Τρίτες Χώρες πασχίζουν να εγκαταστήσουν πυρηνικούς αντιδραστήρες για ηλεκτροπαραγωγή, ενώ στο υπόβαθρο επιθυμούν την απόκτηση πυρηνικού όπλου. Ετσι η Ινδία και κατόπιν το Πακιστάν ξεκίνησαν την ανάπτυξη και κατασκευή πυρηνικών όπλων και σήμερα ανήκουν και αυτές στο πυρηνικό λόμπι, χωρίς μάλιστα να έχουν προσυπογράψει το Σύμφωνο Μη Πυρηνικής Ανάπτυξης που απαγορεύει τη στρατιωτική χρήση της πυρηνικής τεχνολογίας.
Είναι μύθος ότι οι αντιδραστήρες εκφράζουν την «πράσινη» ενέργεια. Γιατί από τη λειτουργία τους συνολικά εκπέμπουν σημαντικά ποσά θερμότητας στο περιβάλλον, επιβαρύνοντας έτσι το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ούτε βέβαια αποτελεί και παράδειγμα καθαρής ενέργειας επειδή η ραδιενέργεια είναι αόρατη και μη αντιληπτή από τις ανθρώπινες αισθήσεις.
Το γεγονός πως οι επιπτώσεις από δόσεις ραδιενέργειας αργούν να εμφανιστούν για αρκετά χρόνια μετά τη μόλυνση χρησιμοποιείται σαν άλλοθι των υποστηρικτών για ακίνδυνη ραδιενέργεια.
Οι λεγόμενοι αντιδραστήρες 4ης γενιάς που πολυδιαφημίζονται σαν αντικαταστάτες των παλαιών κατά το 2030 και σαν πιο ασφαλείς αποτελούν μια απατηλή ελπίδα. Προβάλλονται, μεταξύ άλλων, σαν ανταγωνιστικοί με χαμηλότερο κόστος. Στην ουσία, στηρίζονται στην ίδια τεχνολογία με τους σημερινούς και η μόνη διαφορά τους είναι η σημαντικά μικρότερη ισχύς που θα παράγουν. Δηλαδή, για κάθε έναν αντιδραστήρα που έχουμε σήμερα, θα έχουμε πέντε αύριο. Το επιχείρημα που χρησιμοποιείται ότι η χώρα μας περικυκλώνεται από πυρηνικούς αντιδραστήρες είναι υποθετικό και μόνον υπηρεσίες αναγκαστικής αποδοχής της πυρηνικής ενέργειας προσφέρει.
Μόνον η Βουλγαρία και η Ρουμανία στη γειτονιά μας διαθέτουν αντιδραστήρες. Η Αλβανία, η ΠΓΔΜ, η Τουρκία, η Αίγυπτος προγραμματίζουν την εγκατάσταση πυρηνικών αντιδραστήρων, που ίσως ποτέ δεν θα υλοποιηθεί. Η Τουρκία έφθασε σήμερα έπειτα από 30 χρόνια προσπάθειας εγκατάστασης του πρώτου της αντιδραστήρα στο σημείο μηδέν.
Αν όλα πάνε καλά, απαιτείται μια δεκαετία περίπου για την παραγωγή της πρώτης πυρηνικής κιλοβατώρας. Πολλές φορές, τέτοια σχέδια ναυάγησαν, ματαιώθηκαν ή μετατοπίστηκαν στο αόριστο μέλλον. Η Αυστρία, για παράδειγμα, είχε έτοιμο πυρηνικό σταθμό και ποτέ δεν τον λειτούργησε. Η Ιταλία έκλεισε όλους τους αντιδραστήρες της και ματαίωσε την κατασκευή και τον προγραμματισμό άλλων ύστερα από το ατύχημα στο Chernobyl.
Το πιο επικίνδυνο και ακόμη άλυτο πρόβλημα είναι τα πυρηνικά απόβλητα. Εχουν μεγάλη διάρκεια ακτινοβολίας και η διαχείρισή τους είναι πανάκριβη.
Επίσης, οι ίδιοι οι πυρηνικοί αντιδραστήρες ύστερα από λειτουργία 30 ετών «γηράσκουν» και ακτινοβολούν τόσο πολύ, ώστε επιβάλλεται να κλείσουν και να μετατραπούν οι ίδιοι σε πυρηνικά απόβλητα.
Η κάθε ελληνική κυβέρνηση που θα αποτολμούσε εγκατάσταση πυρηνικού αντιδραστήρα θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη της την αντίδραση της ελληνικής κοινωνίας (η εντονότερη στην Ε.Ε.) που παίρνει μια ξεκάθαρη αρνητική στάση σε κάτι τέτοιο. Ετσι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις και της Ε.Ε. και αυτές που έχει διενεργήσει το Πανεπιστήμιο της Αθήνας από το 1984 και που σήμερα ξεπερνά το 75% το ποσοστό των αρνήσεων.
Ευτυχώς που πάνω από το 80% των Ελλήνων είναι τουλάχιστον επιφυλακτικοί και έχουν στραμμένο το βλέμμα τους, έστω και καθυστερημένα, στις εναλλακτικές μορφές ενέργειας (Αιολικά Πάρκα, Φωτοβολταϊκά κλπ)....
Εδώ κλείνει (προσωρινά) ο πρώτος κύκλος αναρτήσεων για το θέμα αυτό. Η έρευνα όμως συνεχίζεται...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου