Μέσα στη χορεία των μαρτύρων, αγωνιστών της Πίστεως κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους συναντούμε και τον φιλόσοφο Άγιο Αριστείδη, που είναι γνωστός στην εκκλησιαστική ιστορία από την απολογία την οποία παρέδωσε στο Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό, η οποία αποτελεί και την αρχαιότερη σωζόμενη απολογία.
Του Αριστείδη Χρ. Μεντίζη
Δημοσιογράφου - ιστορικού ερευνητή
Ο Άγιος Αριστείδης ήταν Αθηναίος ευπατρίδης, φιλόσοφος, με καταγωγή από αριστοκρατική οικογένεια, και έζησε στις αρχές του 2ου μ.Χ. αιώνα, επί αυτοκρατορίας Αδριανού. Ο Αριστείδης υπήρξε διαπρεπής φιλόσοφος. Είχε σπουδάσει κλασική φιλοσοφία στην περίφημη Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών. Ωστόσο, η παρουσία αλλά και το πύρινο κήρυγμα των επιφανών ιεραρχών των Αθηνών, του Αγίου Ιεροθέου και του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, παρακίνησαν τον φιλόσοφο Αριστείδη, ο οποίος υπήρξε περίδοξος και ευπειθέστατος μαθητής τους, στο να μεταστραφεί στον Χριστιανισμό, και να αναδειχθεί σύντομα σε φλογερό κήρυκα του λόγου του Θεού και σε ένθερμο υπερασπιστή του Χριστιανισμού.
Συνέβαλε αποφασιστικά στην εδραίωση και διάδοση του μηνύματος της χριστιανικής αλήθειας. Γι’ αυτό και ο σοφός Αθηναίος χριστιανός φιλόσοφος ανέλαβε με παρρησία την υπεράσπιση των διωκομένων χριστιανών. Σκοπός της περίφημης αυτής απολογίας, ήταν να αποκρούσει τις άδικες και αήθεις κατηγορίες που εκτοξεύονταν εναντίον των χριστιανών, αλλά και να τονίσει την υπεροχή του Χριστιανισμού και του ήθους των χριστιανών σε σύγκριση με τις άλλες θρησκείες.
Έχοντας βαθιά γνώση τόσο της Αγίας Γραφής όσο και των κυρίαρχων φιλοσοφικών ρευμάτων της εποχής εκείνης, καταπολέμησε με τον απολογητικό του λόγο την πλάνη των ειδώλων και στηλίτευσε με πειστική επιχειρηματολογία τη λατρεία των ψεύτικων θεών, αλλά και τον έκλυτο βίο των ειδωλολατρών. Παράλληλα κάλεσε αυτούς που αμφισβητούν την ορθότητα της χριστιανικής αλήθειας, να μελετήσουν τον λόγο του Θεού μέσα από την Αγία Γραφή και να σταματήσουν τους διωγμούς εναντίον των χριστιανών.
Η ακλόνητη πίστη του Αγίου και ο διαρκής αγώνας του υπέρ των διωκομένων χριστιανών δημιούργησαν έντονη δυσφορία και αγανάκτηση στον Ρωμαίο αυτοκράτορα, ο οποίος αποφάσισε τη δίωξή του. Ο Άγιος μετέβη στη Ρώμη για να απολογηθεί, αλλά στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου υπεβλήθη σε βασανιστήρια χωρίς όμως να πτοείται. Αψηφώντας και τον ίδιο ακόμη τον θάνατο, οδηγήθηκε από τους Ρωμαίους στην κοίλη της αγοράς των Αθηνών, όπου και υπέστη τον δι’ αγχόνης μαρτυρικό θάνατο στις 13 Σεπτεμβρίου του 120 ή του 134 μ.Χ.. Τη μέρα αυτή (13 Σεπτεμβρίου) η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά και εορτάζει την πανίερη μνήμη του. Πρέπει δε να σημειωθεί πως ο Ιερώνυμος έγραψε εγκώμιο για τον Άγιο Αριστείδη και τον χαρακτηρίζει Ισαπόστολο.
Η φλογερή πίστη και το αγωνιστικό φρόνημα του Αγίου υμνούνται και μέσα από την Ακολουθία του, την οποία συνέγραψε το 1990 ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας Δρ. Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας, ο οποίος το 2006 συνέγραψε τον Παρακλητικό Κανόνα και το 2009 τους Χαιρετιστήριους Οίκους προς τιμήν του Αγίου.
Η «Περί Θεοσεβείας» Απολογία
Το κείμενο της Απολογίας είχε απολεσθεί, αλλά στα τέλη του 19ου αιώνα βρέθηκε σε Συριακή μετάφραση στον Κώδικα 16 της Μονής της Αγίας Αικατερίνης στο Όρος Σινά. Η ύπαρξη μεταφράσεων, αλλά και η ενσωμάτωσή της στο βίο Βαρλαάμ και Ιωάσαφ, δεικνύει πως προφανώς ήταν αρκετά διαδεδομένη για την εποχή, και έγινε το όργανο για τη μετάδοση του Χριστιανισμού σε πολλά έθνη.
Η Απολογία του Αγίου Αριστείδη χωρίζεται σε κεφάλαια. Αρχίζει την απολογία του με βάση την απόδειξη του ζητήματος της μονοθεΐας, την οποία προσδιορίζει μέσα από την αρμονία του κόσμου και διαχωρίζει τη θρησκευτική συμπεριφορά των ανθρώπων με βάση την πίστη τους σε χριστιανούς, ιουδαίους και ειδωλολάτρες. Επικρίνει τους ειδωλολάτρες λέγοντας πως χειρότεροι όλων είναι οι Αιγύπτιοι, που προσκυνούν ακόμη και ζώα. Όσον αφορά τους ιουδαίους τονίζει πως παρότι έφτασαν κοντά αφού «υπέρ πάντων λατρεύουν Θεόν και όχι τα έργα του» και αυτοί τελικά παραπλανήθηκαν και όρισαν να τηρούν και τυπικές διατάξεις. Έτσι προτάσσει την ανωτερότητα της Χριστιανικής πίστεως που κατέχει την καθαρή περί Θεού ιδέα, την καθαρότητα του βίου, τα φιλάνθρωπα αισθήματα των χριστιανών και επιτίθεται κατά των διωγμών, που τους θεωρεί αδικαιολόγητους. Προβάλλεται η ανώτερη ηθική του Θεού των χριστιανών, ο οποίος δε ζητεί αιματηρές θυσίες, δεν πράττει βαρέα αμαρτήματα, ούτε επιθυμεί τον πόλεμο. Όπως αναφέρει, οι θεοί των ειδωλολατρών αποτελούν κατασκευάσματα και γι αυτό οι άνθρωποι καλούνται να βρουν το δημιουργό των κατασκευασμάτων, δηλαδή τον αληθινό Θεό. Στον επίλογο του, θεωρεί πως τελικά πηγή της επιθετικότητας των Εθνικών είναι η προσπάθεια συγκάλυψης της ανηθικότητάς τους.
Στην Απολογία του ο Άγιος Αριστείδης εντυπωσιάζει τον αναγνώστη διότι πλέον εισέρχεται σε ένα τελείως διαφορετικό συγγραφικό κλίμα. Η απλοϊκή επιχειρηματολογία είναι χαρακτηριστικό του έργου του, το οποίο όμως δεν είναι ξένο προς τη στωική ηθική και την πλατωνική-αριστοτελική σκέψη, θέλοντας έτσι να δείξει στον αυτοκράτορα ότι τα επιχειρήματά του τα αντλεί από τον οικείο, σε αυτόν, φιλοσοφικό χώρο. Για αυτό και από την αρχή προσπαθεί να δημιουργήσει κλίμα ευμενούς επικοινωνίας με τον Αυτοκράτορα, χρησιμοποιώντας στοιχεία της εγγενούς φιλοσοφίας. Ο Άγιος Αριστείδης στην Απολογία του είναι ειλικρινής και δίκαιος στις κρίσεις του και στηρίζεται σε πολλά σημεία στην απολογητική του Αποστόλου Παύλου, όπως διαφαίνεται μέσα από τις επιστολές του.
Το σπήλαιο του Αγίου Αριστείδη
Κάθε χρόνο κατά τον εορτασμό της μνήμης του Αγίου Αριστείδου, στις 13 Σεπτεμβρίου, πολλοί πιστοί προσέρχονται σε ένα κατανυκτικό σπήλαιο, στη νοτιοδυτική πλαγιά του λόφου του Λυκαβηττού. Στο σπήλαιο αυτό σύμφωνα με την προφορική παράδοση ο Άγιος Αριστείδης προσερχόταν συχνά για να προσευχηθεί, και να ενισχυθεί πνευματικά για να συνεχίσει τον αγώνα του για την υπεράσπιση της χριστιανικής πίστεως και των διωκόμενων χριστιανών στην Αθήνα του 2ου μ.Χ. αιώνα.
Βιβλιογραφία:
- Παναγιώτη Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία», Τόμος Β΄, Εκδόσεις Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2005
- «Οι Αποστολικοί Πατέρες (80 – 140 μ.Χ.), Πλήρης Οδηγός Μελέτης», Αθήνα 2008
- Θεοδωροπούλου Αριστείδου Γ., «Ο Άγιος Αριστείδης», Εκδόσεις Νεκτ. Παναγόπουλος, Αθήνα 2008
(Φιλοξενήθηκε στο 43ο Τεύχος, Ιουλίου - Σεπτεμβρίου 2014, του περιοδικού "Άμβων Παγγαίου" της Ιεράς Μητροπόλεως Ελευθερουπόλεως)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου