Τη δημοσιογραφία που λειτουργεί ως «πλυντήριο» καυτηριάζει στην νέο τεύχος του περιοδικού Hot Doc ο δημοσιογράφος Κώστας Βαξεβάνης, που αναφέρεται στην αποκάλυψη που έχει συνταράξει την Αθήνα για την γνωστή δημοσιογράφο Όλγα Τρέμη. Επίσης αναφέρεται και στην περίπτωση των πετρελαίων της Καβάλας, όπου, όπως αναφέρει το κράτος χάρισε πολλά εκατομμύρια στις επιχειρήσεις χρησιμοποιώντας τους εργαζόμενους ως μοχλό πίεσης.
«Γράψαμε πολλά για το θέμα με την Πειραιώς. Υπήρξαν αποκαλύψεις για το ποιους δανειοδοτούσε, πως δανειοδοτούσε, για εταιρίες των μελών της οικογένειας του διοικητικού συμβουλίου της Πειραιώς και για το ότι μια ολόκληρη τράπεζα αγοράστηκε για 90 εκατομμύρια. Είδατε κανέναν να γράψει γι’ αυτά; Αυτά τα αναπαρήγαγε και τα εμπλούτισε το Reuters. Ενώ υπήρξαν στα μέσα τα ελληνικά διαψεύσεις δεν είδαμε ποτέ ποια ήταν η είδηση την οποία διέψευσαν. Και αν κοιτάξετε σήμερα το τι έχει δώσει η τράπεζα Πειραιώς για να πάρει την ΑΤΕ, έχει δώσει 92 εκατομμύρια αν θυμάμαι καλά, και έχει δώσει 26 εκατομμύρια για να κάνει διαφήμιση. Δείτε τις σελίδες των εφημερίδων που είναι γεμάτες από αυτές τις διαφημίσεις. Και ρωτώ, αυτές οι εφημερίδες θα στραφούν ενάντια στον χρηματοδότη τους αυτή την κρίσιμη περίοδο;», τόνισε ο κ. Βαξεβάνης.
Όπως είπε, «υπάρχει μια δημοσιογραφία στην Ελλάδα για αρκετά χρόνια, που είναι η δημοσιογραφία της σιωπής, ή η δημοσιογραφία του ξεπλύματος. Το 2006, όταν ξέσπασε το μεγάλο σκάνδαλο στη Siemens, έγιναν συλλήψεις στη Γερμανία και αποκαλύφθηκε από δύο βασικά στελέχη ότι υπάρχουν μαύρα ταμεία και χρηματίζουν, οι ελληνικές εφημερίδες γέμισαν με διαφημίσεις αντί να έχουν το σκάνδαλο των συλλήψεων και των αποκαλύψεων. Το ίδιο βλέπουμε τώρα με την Πειραιώς, το ίδιο είδαμε με το σκάνδαλο της Vodafone και βλέπεις από την άλλη να βγαίνουν εφημερίδες και να λένε ότι δεν έχουμε αποτιμήσει ποια ήταν η ζημιά από τη Siemens για να διεκδικήσουμε άρα πάμε στο συμβιβασμό. Εγώ δεν λέω ότι είναι κακό να συντρώγει κάνείς με βουλευτές ή υπουργούς, η δουλειά μας είναι, και με εγκληματίες μπορούμε να βρεθούμε και να πάρουμε πληροφόρηση. Το κακό είναι όταν τρώει με όλους αυτούς να μην παραμένει μπουκωμένος με τα αποφάγια της εξουσίας και δεν ανοίγει το στόμα του να πει την αλήθεια. Να μην ισχύει το όταν τρώμε δεν μιλάμε».
«Πάμε λοιπόν σε μία από τις αποκαλύψεις που έχουμε στο τεύχος και έχει συνταράξει την Αθήνα και είναι μια αποκάλυψη που κάνουμε για την κα Όλγα Τρέμη. Τον Απρίλιο του 1999 το ελληνικό ΚΥΣΕΑ αποφάσισε να πάρουμε μαχητικά Eurofighter. Τον Ιούνιο μια εταιρία από μια ονομασία που είχε με κάποια μέλη αλλάζει όνομα, τον Αύγουστο γίνεται αντιπρόεδρος της εταιρίας αυτής η κα Τρέμη και είναι μέτοχος βεβαίως, και τον Σεπτέμβριο παίρνει μια δουλειά που λέγεται προώθηση και επικοινωνιακή πολιτική της εταιρίας του πολεμικού υλικού των αεροσκαφών προς τα έξω. Η Όλγα Τρέμη μέτοχος της εταιρίας που προωθούσε τα Eurofighter. Τα Eurofighter ήταν προβληματικά, έχουν βγει εκθέσεις του γερμανικού κοινοβουλίου που τις δημοσιεύουμε. Όταν λοιπόν κατάλαβαν ότι μπορεί να χάσουν τη δουλειά γιατί έκαναν αντεπίθεση οι Αμερικάνοι με τα F-16, αρχίζει να υπάρχει μια επικοινωνιακή πολιτική. Ε, εταιρία που ανέλαβε αυτή την επικοινωνιακή πολιτική ήταν μια εταιρία που αντιπρόεδρός της και μέτοχός της ήταν η κα Τρέμη. Και λέω εγώ ότι ο καθένας έχει δικαίωμα να κάνει όποια δουλειά κάνει. Αν είσαι δημοσιογράφος όμως πρέπει να δηλώσεις ότι την ώρα που εγώ λέω την είδηση ότι η Ελλάδα αγοράζει 50 Eurofighter για να θωρακίσει την άμυνά της, λες στον κόσμο ότι εκτός από ειδήσεις πουλάω και άλλο πράγμα. Πουλάω και δημόσιες σχέσεις για την εταιρία. Ή όταν λέω ότι το ΔΝΤ είναι καλό για να συμμαζευτεί η χώρα πρέπει να αποκαλύψω ότι δουλεύω σε εταιρίες επικοινωνίας για την προώθηση του ΔΝΤ», ανέφερε και συμπλήρωσε πως «είναι τραγικό αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, και πολύ περισσότερο στο χώρο της δημοσιογραφίας, να κυριαρχεί το δόγμα του Βουλγαράκη, πως ότι είναι νόμιμο είναι και ηθικό, και να ξεχειλώνουμε το ηθικό στα όρια ενός νόμιμου. Είναι τραγικό αυτό το πράγμα».
Για τα πετρέλαια της Καβάλας
Αναφερόμενος στην υπόθεση της Καβάλα Oil ο κ. Βαξεβάνης σημείωσε πως «το 1999 ο Βενιζέλος βρήκε τρόπο για να μην κλείσει και έκανε δώρο το 1 δις». «Έχει αποτυπωθεί στην τρίτη μου επιστολή στον κ. Βενιζέλο. Εκεί αναφέρω δύο παραδείγματα. Τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά και η ιστορία με τα πετρέλαια της Καβάλας. Και στις δύο περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν οι εργαζόμενοι με το ενδεχόμενο να μην μείνουν χωρίς δουλειά, πιέστηκε η κοινή γνώμη και οι φορείς, προκειμένου να επιλεγούν λύσεις βιωσιμότητας για τα πετρέλαια. Η κοινή γνώμη της Καβάλας ορθά πράττοντας γιατί ανησυχούσε είπε ναι, να λυθεί. Το πώς το λύσανε το θέμα είναι σκανδαλώδες. Τα λεφτά που χαρίσανε το 1999 μέσα από νόμους που ψήφισαν μέσα από τη Βουλή, και εξασφάλισαν χρήματα στις εταιρίες που έφυγαν και που ήρθαν, ήταν όχι για να θρέψουν τους 250 εργαζόμενους αλλά ολόκληρη την Καβάλα επί χρόνια. Έλεγε λοιπόν τότε η σύμβαση με την Καναδική εταιρία η οποία εγκατέλειψε τα πετρέλαια θεωρώντας ότι είναι ασύμφορα, ότι έχει την υποχρέωση καταβολής 900 εκατομμυρίων δολαρίων αν θυμάμαι καλά, για την αποκατάσταση της περιοχής. Έρχεται λοιπόν η οποία πρέπει να «σώσει» τους εργαζόμενους και την Καβάλα για να μην χάσουν τη δουλειά τους, και τη χρηματοδοτούμε με προίκα, δηλαδή καταβάλει ποσά το ελληνικό Δημόσιο, προκειμένου να αγοράσει την εταιρία και να προχωρήσει», παρατήρησε.
«Το ίδιο πράγμα ακριβώς είχαμε στην υπόθεση με τα υποβρύχια, αλλά το τι έγινε στην υπόθεση με τα υποβρύχια αποκαλύφθηκε. Το 1999-2000 η Ελλάδα επρόκειτο να πάρει και να κατασκευάσει υποβρύχια. Ήταν 3 υποψήφιες εταιρίες, μια ισπανική, μια σουηδική και μια γερμανική. Η σουηδική εταιρία παρείχε καλύτερες τιμές για τα υποβρύχια. Έλα όμως που ο Άκης και οι συν αυτώ είχαν πάρει τις μίζες από την γερμανική HDV. Για να αποφύγουν λοιπόν τον κίνδυνο να γίνει διαγωνισμός, έβαλαν τους εργαζόμενους (μια ομάδα εργαζομένων ήταν η ομάδα προσευχής, όπως αποκαλύφθηκε από τη γερμανική δικογραφία, δηλαδή μια ομάδα συνδικαλιστών που τα έπαιρνε από την γερμανική HDV) να δημιουργήσουν μια αναταραχή και μια ανησυχία ότι θα μείνουν χωρίς δουλειά, ώστε να έρθει η HDV να προσφερθεί για ένα ξεφτιλισμένο τίμημα της τάξης των οκτώ εκατομμυρίων ευρώ να αγοράσει τα ναυπηγεία. Οπότε ήρθε ο Άκης και λέει ότι αφού η εταιρία έρχεται και αγοράζει τα ναυπηγεία και δεν θα μείνει ο κόσμος χωρίς δουλειά, ανταποδοτικά να κάνουμε την παραχώρηση να της δώσουμε τα υποβρύχια. Και έτσι έσκασε το σκάνδαλο με τα υποβρύχια», σχολίασε.
Όπως είπε, «οι εργαζόμενοι, η κοινή γνώμη, οι φορείς και στις δύο περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν ως μοχλός πίεσης, για να λειτουργήσει μια εταιρία που έπρεπε να λειτουργήσει και να κρατήσουν τις δουλειές τους οι εργαζόμενοι που έπρεπε να τις κρατήσουν, προκειμένου αυτοί με αυτό το επιχείρημα της ανάγκης, της δουλειάς, της εργασίας να προχωρήσουν σε συμβάσεις που ήταν ληστρικές. Η καναδική εταιρία έπρεπε να καταβάλει το ένα δις στο δημόσιο φεύγοντας προκειμένου να γίνει η αποκατάσταση. Ψηφίζει λοιπόν ο κ. Βενιζέλος το νόμο το 1999 και λέει ότι χαρίζει το ποσό της αποκατάστασης προκειμένου να φύγει η εταιρία, και προκειμένου ν αναλάβει η καινούργια πριμοδοτεί προκειμένου να πάρει την εταιρία για να μην μείνουν χωρίς δουλειά οι εργαζόμενοι. Χρησιμοποιήθηκαν εν αγνοία τους για να κάνουν κάποιοι τη δουλειά τους. Υπάρχει και ένα άρθρο που λέει ότι ενώ στην αρχή η αποκατάσταση ήταν σε ποσοστό 50-50 με το ελληνικό δημόσιο, μετά το συνολικό κόστος το ανέλαβε το δημόσιο».
Κλείνοντας παρατήρησε πως «η έρευνά μου δεν κατάφερε ποτέ να βρεί που έχει πάει ένα ταμείο με πρώτη προίκα 15 εκατομμύρια δολάρια που το είχαν φτιάξει τότε από το ελληνικό κράτος. Δημόσιο ταμείο που κανείς δεν ξέρει τι έχει γίνει».
«Γράψαμε πολλά για το θέμα με την Πειραιώς. Υπήρξαν αποκαλύψεις για το ποιους δανειοδοτούσε, πως δανειοδοτούσε, για εταιρίες των μελών της οικογένειας του διοικητικού συμβουλίου της Πειραιώς και για το ότι μια ολόκληρη τράπεζα αγοράστηκε για 90 εκατομμύρια. Είδατε κανέναν να γράψει γι’ αυτά; Αυτά τα αναπαρήγαγε και τα εμπλούτισε το Reuters. Ενώ υπήρξαν στα μέσα τα ελληνικά διαψεύσεις δεν είδαμε ποτέ ποια ήταν η είδηση την οποία διέψευσαν. Και αν κοιτάξετε σήμερα το τι έχει δώσει η τράπεζα Πειραιώς για να πάρει την ΑΤΕ, έχει δώσει 92 εκατομμύρια αν θυμάμαι καλά, και έχει δώσει 26 εκατομμύρια για να κάνει διαφήμιση. Δείτε τις σελίδες των εφημερίδων που είναι γεμάτες από αυτές τις διαφημίσεις. Και ρωτώ, αυτές οι εφημερίδες θα στραφούν ενάντια στον χρηματοδότη τους αυτή την κρίσιμη περίοδο;», τόνισε ο κ. Βαξεβάνης.
Όπως είπε, «υπάρχει μια δημοσιογραφία στην Ελλάδα για αρκετά χρόνια, που είναι η δημοσιογραφία της σιωπής, ή η δημοσιογραφία του ξεπλύματος. Το 2006, όταν ξέσπασε το μεγάλο σκάνδαλο στη Siemens, έγιναν συλλήψεις στη Γερμανία και αποκαλύφθηκε από δύο βασικά στελέχη ότι υπάρχουν μαύρα ταμεία και χρηματίζουν, οι ελληνικές εφημερίδες γέμισαν με διαφημίσεις αντί να έχουν το σκάνδαλο των συλλήψεων και των αποκαλύψεων. Το ίδιο βλέπουμε τώρα με την Πειραιώς, το ίδιο είδαμε με το σκάνδαλο της Vodafone και βλέπεις από την άλλη να βγαίνουν εφημερίδες και να λένε ότι δεν έχουμε αποτιμήσει ποια ήταν η ζημιά από τη Siemens για να διεκδικήσουμε άρα πάμε στο συμβιβασμό. Εγώ δεν λέω ότι είναι κακό να συντρώγει κάνείς με βουλευτές ή υπουργούς, η δουλειά μας είναι, και με εγκληματίες μπορούμε να βρεθούμε και να πάρουμε πληροφόρηση. Το κακό είναι όταν τρώει με όλους αυτούς να μην παραμένει μπουκωμένος με τα αποφάγια της εξουσίας και δεν ανοίγει το στόμα του να πει την αλήθεια. Να μην ισχύει το όταν τρώμε δεν μιλάμε».
«Πάμε λοιπόν σε μία από τις αποκαλύψεις που έχουμε στο τεύχος και έχει συνταράξει την Αθήνα και είναι μια αποκάλυψη που κάνουμε για την κα Όλγα Τρέμη. Τον Απρίλιο του 1999 το ελληνικό ΚΥΣΕΑ αποφάσισε να πάρουμε μαχητικά Eurofighter. Τον Ιούνιο μια εταιρία από μια ονομασία που είχε με κάποια μέλη αλλάζει όνομα, τον Αύγουστο γίνεται αντιπρόεδρος της εταιρίας αυτής η κα Τρέμη και είναι μέτοχος βεβαίως, και τον Σεπτέμβριο παίρνει μια δουλειά που λέγεται προώθηση και επικοινωνιακή πολιτική της εταιρίας του πολεμικού υλικού των αεροσκαφών προς τα έξω. Η Όλγα Τρέμη μέτοχος της εταιρίας που προωθούσε τα Eurofighter. Τα Eurofighter ήταν προβληματικά, έχουν βγει εκθέσεις του γερμανικού κοινοβουλίου που τις δημοσιεύουμε. Όταν λοιπόν κατάλαβαν ότι μπορεί να χάσουν τη δουλειά γιατί έκαναν αντεπίθεση οι Αμερικάνοι με τα F-16, αρχίζει να υπάρχει μια επικοινωνιακή πολιτική. Ε, εταιρία που ανέλαβε αυτή την επικοινωνιακή πολιτική ήταν μια εταιρία που αντιπρόεδρός της και μέτοχός της ήταν η κα Τρέμη. Και λέω εγώ ότι ο καθένας έχει δικαίωμα να κάνει όποια δουλειά κάνει. Αν είσαι δημοσιογράφος όμως πρέπει να δηλώσεις ότι την ώρα που εγώ λέω την είδηση ότι η Ελλάδα αγοράζει 50 Eurofighter για να θωρακίσει την άμυνά της, λες στον κόσμο ότι εκτός από ειδήσεις πουλάω και άλλο πράγμα. Πουλάω και δημόσιες σχέσεις για την εταιρία. Ή όταν λέω ότι το ΔΝΤ είναι καλό για να συμμαζευτεί η χώρα πρέπει να αποκαλύψω ότι δουλεύω σε εταιρίες επικοινωνίας για την προώθηση του ΔΝΤ», ανέφερε και συμπλήρωσε πως «είναι τραγικό αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, και πολύ περισσότερο στο χώρο της δημοσιογραφίας, να κυριαρχεί το δόγμα του Βουλγαράκη, πως ότι είναι νόμιμο είναι και ηθικό, και να ξεχειλώνουμε το ηθικό στα όρια ενός νόμιμου. Είναι τραγικό αυτό το πράγμα».
Για τα πετρέλαια της Καβάλας
Αναφερόμενος στην υπόθεση της Καβάλα Oil ο κ. Βαξεβάνης σημείωσε πως «το 1999 ο Βενιζέλος βρήκε τρόπο για να μην κλείσει και έκανε δώρο το 1 δις». «Έχει αποτυπωθεί στην τρίτη μου επιστολή στον κ. Βενιζέλο. Εκεί αναφέρω δύο παραδείγματα. Τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά και η ιστορία με τα πετρέλαια της Καβάλας. Και στις δύο περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν οι εργαζόμενοι με το ενδεχόμενο να μην μείνουν χωρίς δουλειά, πιέστηκε η κοινή γνώμη και οι φορείς, προκειμένου να επιλεγούν λύσεις βιωσιμότητας για τα πετρέλαια. Η κοινή γνώμη της Καβάλας ορθά πράττοντας γιατί ανησυχούσε είπε ναι, να λυθεί. Το πώς το λύσανε το θέμα είναι σκανδαλώδες. Τα λεφτά που χαρίσανε το 1999 μέσα από νόμους που ψήφισαν μέσα από τη Βουλή, και εξασφάλισαν χρήματα στις εταιρίες που έφυγαν και που ήρθαν, ήταν όχι για να θρέψουν τους 250 εργαζόμενους αλλά ολόκληρη την Καβάλα επί χρόνια. Έλεγε λοιπόν τότε η σύμβαση με την Καναδική εταιρία η οποία εγκατέλειψε τα πετρέλαια θεωρώντας ότι είναι ασύμφορα, ότι έχει την υποχρέωση καταβολής 900 εκατομμυρίων δολαρίων αν θυμάμαι καλά, για την αποκατάσταση της περιοχής. Έρχεται λοιπόν η οποία πρέπει να «σώσει» τους εργαζόμενους και την Καβάλα για να μην χάσουν τη δουλειά τους, και τη χρηματοδοτούμε με προίκα, δηλαδή καταβάλει ποσά το ελληνικό Δημόσιο, προκειμένου να αγοράσει την εταιρία και να προχωρήσει», παρατήρησε.
«Το ίδιο πράγμα ακριβώς είχαμε στην υπόθεση με τα υποβρύχια, αλλά το τι έγινε στην υπόθεση με τα υποβρύχια αποκαλύφθηκε. Το 1999-2000 η Ελλάδα επρόκειτο να πάρει και να κατασκευάσει υποβρύχια. Ήταν 3 υποψήφιες εταιρίες, μια ισπανική, μια σουηδική και μια γερμανική. Η σουηδική εταιρία παρείχε καλύτερες τιμές για τα υποβρύχια. Έλα όμως που ο Άκης και οι συν αυτώ είχαν πάρει τις μίζες από την γερμανική HDV. Για να αποφύγουν λοιπόν τον κίνδυνο να γίνει διαγωνισμός, έβαλαν τους εργαζόμενους (μια ομάδα εργαζομένων ήταν η ομάδα προσευχής, όπως αποκαλύφθηκε από τη γερμανική δικογραφία, δηλαδή μια ομάδα συνδικαλιστών που τα έπαιρνε από την γερμανική HDV) να δημιουργήσουν μια αναταραχή και μια ανησυχία ότι θα μείνουν χωρίς δουλειά, ώστε να έρθει η HDV να προσφερθεί για ένα ξεφτιλισμένο τίμημα της τάξης των οκτώ εκατομμυρίων ευρώ να αγοράσει τα ναυπηγεία. Οπότε ήρθε ο Άκης και λέει ότι αφού η εταιρία έρχεται και αγοράζει τα ναυπηγεία και δεν θα μείνει ο κόσμος χωρίς δουλειά, ανταποδοτικά να κάνουμε την παραχώρηση να της δώσουμε τα υποβρύχια. Και έτσι έσκασε το σκάνδαλο με τα υποβρύχια», σχολίασε.
Όπως είπε, «οι εργαζόμενοι, η κοινή γνώμη, οι φορείς και στις δύο περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν ως μοχλός πίεσης, για να λειτουργήσει μια εταιρία που έπρεπε να λειτουργήσει και να κρατήσουν τις δουλειές τους οι εργαζόμενοι που έπρεπε να τις κρατήσουν, προκειμένου αυτοί με αυτό το επιχείρημα της ανάγκης, της δουλειάς, της εργασίας να προχωρήσουν σε συμβάσεις που ήταν ληστρικές. Η καναδική εταιρία έπρεπε να καταβάλει το ένα δις στο δημόσιο φεύγοντας προκειμένου να γίνει η αποκατάσταση. Ψηφίζει λοιπόν ο κ. Βενιζέλος το νόμο το 1999 και λέει ότι χαρίζει το ποσό της αποκατάστασης προκειμένου να φύγει η εταιρία, και προκειμένου ν αναλάβει η καινούργια πριμοδοτεί προκειμένου να πάρει την εταιρία για να μην μείνουν χωρίς δουλειά οι εργαζόμενοι. Χρησιμοποιήθηκαν εν αγνοία τους για να κάνουν κάποιοι τη δουλειά τους. Υπάρχει και ένα άρθρο που λέει ότι ενώ στην αρχή η αποκατάσταση ήταν σε ποσοστό 50-50 με το ελληνικό δημόσιο, μετά το συνολικό κόστος το ανέλαβε το δημόσιο».
Κλείνοντας παρατήρησε πως «η έρευνά μου δεν κατάφερε ποτέ να βρεί που έχει πάει ένα ταμείο με πρώτη προίκα 15 εκατομμύρια δολάρια που το είχαν φτιάξει τότε από το ελληνικό κράτος. Δημόσιο ταμείο που κανείς δεν ξέρει τι έχει γίνει».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου