Συνεχίζεται το πρόγραμμα συνεργασίας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας.
Ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα νέα ερευνητικά δεδομένα τα οποία προκύπτουν από τους διαδοχικούς κύκλους ανασκαφών στη θέση Κεφάλα της Σκιάθου, η οποία ήκμασε πριν από 2.500 χρόνια. Ο ευρύς ερευνητικός κύκλος, ο οποίος διεξάγεται κατόπιν συνεργασίας του Τμήματος Ιστορίας Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας, περικλείει ενδελεχή μελέτη του υλικού που έχει έρθει στο φως και παράλληλα εργασίες στον συγκεκριμένο αρχαιολογικό χώρο που θα ξεκινήσουν σήμερα Κυριακή και θα διαρκέσουν μια εβδομάδα.
Η 20μελής ερευνητική μονάδα θα πραγματοποιήσει καθαρισμούς, τοπογραφικές αποτυπώσεις και μετρήσεις σε τμήμα του χώρου που εκτείνεται εκτός των αρχαίων τειχών, προκειμένου να αποσαφηνιστεί ο χαρακτήρας των αρχαιοτήτων που είναι ορατές επιφανειακά και εικάζεται ότι αποτελούν ενδεχομένως εργαστηριακές εγκαταστάσεις ή ταφές.
Ο Τομέας Αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορία Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (ΙΑΚΑ), σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μαγνησίας, μετά την ολοκλήρωση τριετούς συστηματικής επιφανειακής έρευνας (2009-2011), διενέργησε συστηματική ανασκαφή στη θέση «Κεφάλα», στη βορειοανατολική πλευρά της Σκιάθου.
Μιλώντας στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ ο επικεφαλής της Πανεπιστημιακής ερευνητικής ομάδας, Αλέξανδρος Μαζαράκης - Αινιάν, καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο ΙΑΚΑ, επισημαίνει ότι «από τη μελέτη του υλικού έχουν εξαχθεί καινούργια συμπεράσματα. Γνωρίζουμε ότι χρονολογείται το 10ο αιώνα π.Χ. και μέχρι το τέλος της Κλασικής εποχής βλέπουμε ότι η κορυφή της ακρόπολης συνέχισε να έχει ανθρώπινη παρουσία έως και τα Ελληνιστικά χρόνια. Αρα υπάρχει μια ανθρώπινη δραστηριότητα μέχρι τα Ελληνιστικά χρόνια και οι κάτοικοι προφανώς μετακινούνται στη νέα πόλη της Σκιάθου που ιδρύεται την κλασική εποχή στη θέση της σημερινής πόλης».
Η αρχαία πόλη που αποκαλύπτεται σταδιακά, καταλαμβάνει έκταση μερικών δεκάδων στρεμμάτων, ενώ το αρχαιολογικό υλικό που μελετούν πολύ προσεκτικά οι αρχαιολόγοι, περιλαμβάνει κυρίως κεραμική, πολλά υφαντικά βάρη, κατάλοιπα κατεργασίας μετάλλων, πολλά διατροφικά κατάλοιπα, κόκαλα ζώων, θαλασσινά όστρεα (όστρακα δηλαδή) κλπ. Τα ευρήματα συνηγορούν υπέρ της παρουσίας εργαστηρίων κατά την αρχαιότητα, στοιχείο το οποίο καθιστά εξαιρετικά ενδιαφέρουσα την αρχαιολογική έρευνα.
Προσδοκία των μελών της επιστημονικής ομάδας είναι να αναδείξουν όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία από τη συγκεκριμένη αρχαία πόλη, διότι υπάρχουν πολύ λίγα δεδομένα που είναι γνωστά για τα νησιά των Σποράδων κατά τα γεωμετρικά και αρχαϊκά χρόνια. «Ελπίζουμε ότι αυτό το κενό συμπληρώνεται σταδιακά, διότι το νησί ήταν επίσης πέρασμα ανάμεσα στην Εύβοια και τη νοτιότερη Ελλάδα και στο Βόρειο Αιγαίο και αυτό φαίνεται και από την κεραμική που κυρίως προέρχεται από την Εύβοια, από τη Θεσσαλία και από το Βόρειο Αιγαίο» σημειώνει ο κ. Μαζαράκης.
Τα ευρήματα
Τα σημαντικότερα ευρήματα των τριών τελευταίων ετών σταδιακά αποκαλύπτουν την εικόνα του πρώιμου αυτού οικισμού και εντοπίστηκαν στη νότια πλευρά του οικισμού.
Συγκεκριμένα, ήρθαν στο φως τρία κτίρια, τα οποία οι ερευνητές ονόμασαν Α, Β και Γ, που αντιπροσωπεύουν τρεις διαφορετικές φάσεις κατοίκησης, δεδομένα ότι τα τρία οικοδομήματα, που έχουν εντοπιστεί στο εσωτερικό της αρχαίας πόλης και σε επαφή με το οχυρωματικό τείχος, κτίστηκαν το ένα πάνω στο άλλο.
Σε μικρή απόσταση, στο νότιο άκρο του όρμου του Ξάνεμου, ΝΔ του οικισμού, εντοπίστηκαν δύο παιδικές ταφές μέσα σε αγγεία των αρχών του 5ου π.Χ. αιώνα, που φαίνεται να αποτελούν τμήμα παιδικής νεκρόπολης των ύστερων αρχαϊκών-πρώιμων κλασικών χρόνων.
Εξωτερικά του πλατώματος, όπου ανακαλύφθηκαν τα τρία κτίρια, εντοπίστηκε τάφος, που χρονολογείται στο τέλος του 5ου - αρχές του 4ου αι. π.Χ. ο οποίος ήταν έτοιμος να καταρρεύσει στη θάλασσα. Παράλληλα, οι λίθινες πλάκες που εντοπίστηκαν διάσπαρτες στο χώρο, υποδεικνύουν τη θέση της νεκρόπολης ΝΑ του οικισμού.
Επικεφαλής της Πανεπιστημιακής ερευνητικής ομάδας είναι ο καθηγητής Αλέξανδρος Μαζαράκης Αινιάν, ενώ επικεφαλής της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας είναι, αντίστοιχα, η τ. προϊσταμένη, νυν διευθύντρια επί τιμή της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας, Δρ. Αργυρούλα Δουλγέρη - Ιντζεσίλογλου και η αρχαιολόγος Ελένη Χρυσοπούλου. Η οχυρωμένη θέση που ανασκάπτεται, είναι γνωστή τουλάχιστον από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 και πιθανώς θα μπορούσε να ταυτιστεί με την παλαιότερη από τις δύο πόλεις της Σκιάθου, την Παλαισκίαθο.
(Πηγή: Γλ. Υδραίου, Ταχυδρόμος, Ανασκαφή)
Ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα νέα ερευνητικά δεδομένα τα οποία προκύπτουν από τους διαδοχικούς κύκλους ανασκαφών στη θέση Κεφάλα της Σκιάθου, η οποία ήκμασε πριν από 2.500 χρόνια. Ο ευρύς ερευνητικός κύκλος, ο οποίος διεξάγεται κατόπιν συνεργασίας του Τμήματος Ιστορίας Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας, περικλείει ενδελεχή μελέτη του υλικού που έχει έρθει στο φως και παράλληλα εργασίες στον συγκεκριμένο αρχαιολογικό χώρο που θα ξεκινήσουν σήμερα Κυριακή και θα διαρκέσουν μια εβδομάδα.
Η 20μελής ερευνητική μονάδα θα πραγματοποιήσει καθαρισμούς, τοπογραφικές αποτυπώσεις και μετρήσεις σε τμήμα του χώρου που εκτείνεται εκτός των αρχαίων τειχών, προκειμένου να αποσαφηνιστεί ο χαρακτήρας των αρχαιοτήτων που είναι ορατές επιφανειακά και εικάζεται ότι αποτελούν ενδεχομένως εργαστηριακές εγκαταστάσεις ή ταφές.
Ο Τομέας Αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορία Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (ΙΑΚΑ), σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μαγνησίας, μετά την ολοκλήρωση τριετούς συστηματικής επιφανειακής έρευνας (2009-2011), διενέργησε συστηματική ανασκαφή στη θέση «Κεφάλα», στη βορειοανατολική πλευρά της Σκιάθου.
Μιλώντας στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ ο επικεφαλής της Πανεπιστημιακής ερευνητικής ομάδας, Αλέξανδρος Μαζαράκης - Αινιάν, καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο ΙΑΚΑ, επισημαίνει ότι «από τη μελέτη του υλικού έχουν εξαχθεί καινούργια συμπεράσματα. Γνωρίζουμε ότι χρονολογείται το 10ο αιώνα π.Χ. και μέχρι το τέλος της Κλασικής εποχής βλέπουμε ότι η κορυφή της ακρόπολης συνέχισε να έχει ανθρώπινη παρουσία έως και τα Ελληνιστικά χρόνια. Αρα υπάρχει μια ανθρώπινη δραστηριότητα μέχρι τα Ελληνιστικά χρόνια και οι κάτοικοι προφανώς μετακινούνται στη νέα πόλη της Σκιάθου που ιδρύεται την κλασική εποχή στη θέση της σημερινής πόλης».
Η αρχαία πόλη που αποκαλύπτεται σταδιακά, καταλαμβάνει έκταση μερικών δεκάδων στρεμμάτων, ενώ το αρχαιολογικό υλικό που μελετούν πολύ προσεκτικά οι αρχαιολόγοι, περιλαμβάνει κυρίως κεραμική, πολλά υφαντικά βάρη, κατάλοιπα κατεργασίας μετάλλων, πολλά διατροφικά κατάλοιπα, κόκαλα ζώων, θαλασσινά όστρεα (όστρακα δηλαδή) κλπ. Τα ευρήματα συνηγορούν υπέρ της παρουσίας εργαστηρίων κατά την αρχαιότητα, στοιχείο το οποίο καθιστά εξαιρετικά ενδιαφέρουσα την αρχαιολογική έρευνα.
Προσδοκία των μελών της επιστημονικής ομάδας είναι να αναδείξουν όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία από τη συγκεκριμένη αρχαία πόλη, διότι υπάρχουν πολύ λίγα δεδομένα που είναι γνωστά για τα νησιά των Σποράδων κατά τα γεωμετρικά και αρχαϊκά χρόνια. «Ελπίζουμε ότι αυτό το κενό συμπληρώνεται σταδιακά, διότι το νησί ήταν επίσης πέρασμα ανάμεσα στην Εύβοια και τη νοτιότερη Ελλάδα και στο Βόρειο Αιγαίο και αυτό φαίνεται και από την κεραμική που κυρίως προέρχεται από την Εύβοια, από τη Θεσσαλία και από το Βόρειο Αιγαίο» σημειώνει ο κ. Μαζαράκης.
Τα ευρήματα
Τα σημαντικότερα ευρήματα των τριών τελευταίων ετών σταδιακά αποκαλύπτουν την εικόνα του πρώιμου αυτού οικισμού και εντοπίστηκαν στη νότια πλευρά του οικισμού.
Συγκεκριμένα, ήρθαν στο φως τρία κτίρια, τα οποία οι ερευνητές ονόμασαν Α, Β και Γ, που αντιπροσωπεύουν τρεις διαφορετικές φάσεις κατοίκησης, δεδομένα ότι τα τρία οικοδομήματα, που έχουν εντοπιστεί στο εσωτερικό της αρχαίας πόλης και σε επαφή με το οχυρωματικό τείχος, κτίστηκαν το ένα πάνω στο άλλο.
Σε μικρή απόσταση, στο νότιο άκρο του όρμου του Ξάνεμου, ΝΔ του οικισμού, εντοπίστηκαν δύο παιδικές ταφές μέσα σε αγγεία των αρχών του 5ου π.Χ. αιώνα, που φαίνεται να αποτελούν τμήμα παιδικής νεκρόπολης των ύστερων αρχαϊκών-πρώιμων κλασικών χρόνων.
Εξωτερικά του πλατώματος, όπου ανακαλύφθηκαν τα τρία κτίρια, εντοπίστηκε τάφος, που χρονολογείται στο τέλος του 5ου - αρχές του 4ου αι. π.Χ. ο οποίος ήταν έτοιμος να καταρρεύσει στη θάλασσα. Παράλληλα, οι λίθινες πλάκες που εντοπίστηκαν διάσπαρτες στο χώρο, υποδεικνύουν τη θέση της νεκρόπολης ΝΑ του οικισμού.
Επικεφαλής της Πανεπιστημιακής ερευνητικής ομάδας είναι ο καθηγητής Αλέξανδρος Μαζαράκης Αινιάν, ενώ επικεφαλής της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας είναι, αντίστοιχα, η τ. προϊσταμένη, νυν διευθύντρια επί τιμή της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας, Δρ. Αργυρούλα Δουλγέρη - Ιντζεσίλογλου και η αρχαιολόγος Ελένη Χρυσοπούλου. Η οχυρωμένη θέση που ανασκάπτεται, είναι γνωστή τουλάχιστον από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 και πιθανώς θα μπορούσε να ταυτιστεί με την παλαιότερη από τις δύο πόλεις της Σκιάθου, την Παλαισκίαθο.
(Πηγή: Γλ. Υδραίου, Ταχυδρόμος, Ανασκαφή)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου