Ο διακεκριμένος Ιταλός αρχαιολόγος Antonio Corso διηγείται ένα ξεχασμένο ιστορικό επεισόδιο - Κάποιος, άθελά του, «τιμώρησε» τον άρπαγα του Παρθενώνα, ήδη μόλις ο Έλγιν πάτησε το πόδι του στην Βρετανία.
Δεν είναι μόνο η μακεδονική ταυτότητα του Τύμβου Καστά της Αμφίπολης που αμφισβητείται. Σήμερα μερίδα αρχαιολόγων και λοιπών ειδημόνων εικάζει σήμερα ότι το μνημείο της Αμφίπολης δεν χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 4ου π.Χ. αιώνα, δηλαδή στην εποχή των Μακεδόνων, αλλά είναι κατά πολύ μεταγενέστερο. Με έναν παρόμοιο τρόπο, όμως, είχαν αμφισβητηθεί και τα «ελγίνεια», μολονότι ήταν γνωστό ότι ο λόρδος Έλγιν τα είχε αρπάξει από τον Παρθενώνα, στην Ακρόπολη της Αθήνας.
Ο Antonio Corso, αρχαιολόγος και μελετητής της αρχαιοελληνικής γλυπτικής με σπουδαίο επιστημονικό έργο και παγκόσμια αναγνώριση, διηγείται στο protothema.gr αυτό το παράδοξο ιστορικό επεισόδιο:
«Το 1806, όταν επιτέλους ο Λόρδος Έλγιν αφέθηκε ελεύθερος από τους Γάλλους και έφτασε στο Λονδίνο, είχε την εσφαλμένη εντύπωση ότι θα τον επαινούσε η υφήλιος για τα πρώτης γραμμής γλυπτά της Ακρόπολης των Αθηνών. Ο Έλγιν πίστευε ότι τα δικά του μάρμαρα θα θεωρούνταν αμέσως πολύ ανώτερα από τα ρωμαϊκά γλυπτά, τα οποία, όπως συνηθιζόταν τότε, κοσμούσαν τα ανάκτορα και τις εξοχικές επαύλεις των Βρετανών ευγενών.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι προς το τέλος του 18ου αιώνα υπήρχε γενικώς μια τάση περιφρόνησης προς τη ρωμαϊκή γλυπτική, καθώς θεωρείτο πολύ κατώτερη της αρχαιοελληνικής, άποψη η οποία σήμερα δεν είναι πλέον αποδεκτή.
Ωστόσο, ο Έλγιν έπεφτε έξω. Εκείνη την εποχή στο Λονδίνο ο Richard Payne Knight ήταν ο κριτικός τέχνης με την μεγαλύτερη ισχύ και επιρροή, ενώ ο ίδιος ετύγχανε επίσης μέλος της Λέσχης των Dilettanti, έναν όμιλο ευγενών που προωθούσε τη μελέτη του αρχαιοελληνικού και ρωμαϊκού πολιτισμού.
Ο Payne Knight δεν έχασε καθόλου καιρό και εξαπέλυσε επίθεση κατά των 'ελγινείων', αμφισβητώντας την αυθεντικότητά τους. Επέμεινε, δε, σε αυτή του την άποψη καθ' όλη τη δεκαετία που ακολούθησε (1806-1816).
Το πρώτο και πλέον μνημειώδες σχόλιό του, ο Payne Knigth το εξαπέλυσε μερικές ημέρες αφ' ότου ο Έλγιν είχε επιστρέψει στη Βρετανία, ύστερα από την αιχμαλωσία του στη Γαλλία. Οι δυό τους είχαν συναντηθεί σε ένα δείπνο, στον πύργο του Λόρδου Stafford, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Payne Knight, εις επήκοον όλων των συνδαιτημόνων σε εκείνο το τραπέζι και στεντορεία τη φωνή, είπε στον Έλγιν:
'Αγαπητέ μου λόρδε Έλγιν, χαμένος πήγε ο κόπος σας. Τα γλυπτά που φέρατε είναι υπερεκτιμημένα: Δεν είναι αρχαιοελληνικά. Είναι ρωμαϊκά, της εποχής του Αδριανού'.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ως εκείνη τη στιγμή που συνέβη το συγκεκριμένο επεισόδιο, ο Payne Knight δεν είχε δει καν τα 'ελγίνεια' με τα μάτια του, καθώς τα γλυπτά παρέμεναν ακόμη εγκιβωτισμένα. Παρόλ' αυτά, το σχόλιό του έκανε αμέσως μεγάλη εντύπωση και διαδόθηκε ευρύτατα. Η άφιξη των γλυπτών που έφερε στη Βρετανία ο Έλγιν συνιστούσε απειλή προς την πεποίθηση που ο Payne Knight πρέσβευε από παλιά -και η οποία δεν είχε αμφισβητηθεί από κανέναν έως τότε- ότι δηλαδή τα γλυπτά των ύστερων ρωμαϊκών χρόνων ήταν τα ανώτερα όλων.
Η εχθρική στάση του Payne Knight περιόριζε δραματικά τις πιθανότητες του Έλγιν να πουλήσει τα γλυπτά της Ακρόπολης στην βρετανική κυβέρνηση καθώς, με δεδομένο το κύρος του ως εκτιμητή έργων τέχνης, τόσο οι ειδήμονες όσο και οι κρατικοί φορείς δίσταζαν να αντιπαρατεθούν με μια φωνή τόσο ισχυρή όσο η δική του.
Η κατάσταση για τον Έλγιν παρέμεινε κρίσιμη επί μία δεκαετία περίπου, καθώς ο ίδιος είχε καταχρεωθεί, μιας και η επιχείρηση απόσπασης των ελληνικών γλυπτών και μεταφοράς τους στη Βρετανία είχε πολύ μεγάλο κόστος. Τελικώς, το βρετανικό κράτος αγόρασε τα αρχαιοελληνικά γλυπτά από τον Έλγιν, κάτι που όμως έγινε μόλις το 1816 και αντί 35.000 λιρών, δηλαδή σε μια τιμή πολύ πιο χαμηλή από το κόστος που είχε αναλάβει ο Έλγιν (το οποίο υπολογίζεται σε 75.000 λίρες)».
Εκτός από το ιδιαίτερα ενδιαφέρον ιστορικό παραλειπόμενο, ο κ. Antonio Corso επανέρχεται στο ζήτημα της χρονολόγησης του μνημείου της Αμφίπολης. Σε σχετική ανάρτησή του στο facebook ο κ. Corso διευκρινίζει ότι, βάσει ορισμένων χαρακτηριστικών της γλυπτικής τεχνικής και των καλλιτεχνικών μοτίβων που αποτυπώνονται στα αγάλματα του Τύμβου, το μνημείο δεν μπορεί παρά να ανήκει στον 4ο αιώνα π.Χ. Προφανώς ο Antonio Corso συμφωνεί με την άποψη που προέβαλλαν από την αρχή της ανακάλυψης οι ανασκαφείς, δηλαδή η αρχαιολόγος κα Κατερίνα Περιστέρη, ο αρχιτέκτων κ. Μιχάλης Λεφαντζής κ.α.
Ο κ. Antonio Corso γράφει:
«Γύρω από την χρονολόγηση των λεγόμενων 'Καρυατίδων' και των Σφιγγών της Αμφίπολης: Προσκαλώ οποιονδήποτε ενδιαφέρεται, να παρατηρήσει με προσοχή την εξαιρετική συνάφεια που παρουσιάζει το μόνο ακέραιο πρόσωπο της Καρυάτιδας της Αμφίπολης με τη γυναικεία κεφαλή από το ιερό του Ηρακλέους στη Θάσο, το οποίο χρονολογείται περί το 320 π.Χ.
Επιπλέον, οι ομοιότητες στο σχήμα του προσώπου, στην ανατομική «γραμματική» και τον τρόπο με τον οποίον αποδίδονται τα μαλλιά ανάμεσα στον Διόνυσο της Θάσου, ο οποίος χρονολογείται περί το 330-320 π.Χ και την μόνη εναπομείνασα κεφαλή της Σφιγγός από την Αμφίπολη, δεν θα πρέπει να διαφύγουν της προσοχής μας.
Τα προηγούμενα στοιχεία μάς οδηγούν σε μια χρονολόγηση των αγαλμάτων της Αμφίπολης περί το 330-320 π.Χ, καθώς και στο συμπέρασμα ότι και αυτά έχουν φιλοτεχνηθεί από κάποιο εργαστήριο Θασιτών γλυπτών.
Τα σανδάλια που φορούν οι «Καρυάτιδες» συνηθίζονταν στο τέλος του 4ου π.Χ. αιώνα, κάτι που έχει αποδείξει με εναργείς συγκρίσεις η Heide Froning στην μελέτη της «Die Sandale des Hermes des Praxiteles in Olympia, Potnia Therōn, Vienna (2007), σ. 95-101».
Τα συγκεκριμένα σανδάλια έπαψαν να εμφανίζονται περί το τέλος του 2ου π.Χ. αιώνα και αυτή η παρατήρηση κατά τη γνώμη μου κλείνει το όλο ζήτημα.
Η άποψη ότι ο τύμβος της Αμφίπολης κατασκευάστηκε ή, έστω εκλαμπρύνθηκε από τους Ρωμαίους, είναι παράδοξη και παράλογη, περίπου όσο και η άποψη ότι η Νίκη της Σαμοθράκης ήταν αφιέρωμα των Ρωμαίων (το σκάφος επί του οποίου εδραζόταν το άγαλμα ήταν ροδιακό και το 168 π.Χ. οι Ρωμαίοι κατέστρεψαν την ακμάζουσα Ρόδο. Αυτό σημαίνει ότι η Νίκη της Σαμοθράκης ήταν βεβαίως ένα αφιέρωμα των Ροδίων, πολύ πριν από το 168 π.Χ.)».
* O Αντόνιο Κόρσο είναι Ιταλός αρχαιολόγος και ιστορικός της τέχνης, ειδικευμένος στην αρχιτεκτονική και την αρχαιοελληνική γλυπτική. Συγγραφέας 11 βιβλίων και περισσότερων από 100 ειδικών άρθρων, ο κ. Κόρσο θεωρείται παγκοσμίως ως αυθεντία στον Πραξιτέλη στον οποίον έχει αφιερώσει το μεγαλύτερο μέρος του επιστημονικού του έργου. Οι μελέτες του Αντόνιο Κόρσο αποτελούν σημείο αναφοράς για την επιστημονική κοινότητα του κλάδου. Από το τη δεκαετία του '80 η Ελλάδα είναι η βάση του κ. Κόρσο, παρόλο που οι αλλεπάλληλες υποτροφίες και οι συνεργασίες του με κορυφαία ερευνητικά κέντρα ανά τον κόσμο τον υποχρέωναν να μετεγκαθίσταται κατά καιρούς σε χώρες όπως η Βρετανία, η Γερμανία, η Ουγγαρία, η Σουηδία, η Ρωσία κ.ά. Ωστόσο, βαθιά πεπεισμένος ότι η Ελλάδα είναι η γη της Επαγγελίας για τον μελετητή του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, ο Αντόνιο Κόρσο πάντα επιστρέφει στην Αθήνα.
(Πηγή: Β. Τσακίρογλου, Πρώτο Θέμα, Ανασκαφή)
Δεν είναι μόνο η μακεδονική ταυτότητα του Τύμβου Καστά της Αμφίπολης που αμφισβητείται. Σήμερα μερίδα αρχαιολόγων και λοιπών ειδημόνων εικάζει σήμερα ότι το μνημείο της Αμφίπολης δεν χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 4ου π.Χ. αιώνα, δηλαδή στην εποχή των Μακεδόνων, αλλά είναι κατά πολύ μεταγενέστερο. Με έναν παρόμοιο τρόπο, όμως, είχαν αμφισβητηθεί και τα «ελγίνεια», μολονότι ήταν γνωστό ότι ο λόρδος Έλγιν τα είχε αρπάξει από τον Παρθενώνα, στην Ακρόπολη της Αθήνας.
Ο Antonio Corso, αρχαιολόγος και μελετητής της αρχαιοελληνικής γλυπτικής με σπουδαίο επιστημονικό έργο και παγκόσμια αναγνώριση, διηγείται στο protothema.gr αυτό το παράδοξο ιστορικό επεισόδιο:
«Το 1806, όταν επιτέλους ο Λόρδος Έλγιν αφέθηκε ελεύθερος από τους Γάλλους και έφτασε στο Λονδίνο, είχε την εσφαλμένη εντύπωση ότι θα τον επαινούσε η υφήλιος για τα πρώτης γραμμής γλυπτά της Ακρόπολης των Αθηνών. Ο Έλγιν πίστευε ότι τα δικά του μάρμαρα θα θεωρούνταν αμέσως πολύ ανώτερα από τα ρωμαϊκά γλυπτά, τα οποία, όπως συνηθιζόταν τότε, κοσμούσαν τα ανάκτορα και τις εξοχικές επαύλεις των Βρετανών ευγενών.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι προς το τέλος του 18ου αιώνα υπήρχε γενικώς μια τάση περιφρόνησης προς τη ρωμαϊκή γλυπτική, καθώς θεωρείτο πολύ κατώτερη της αρχαιοελληνικής, άποψη η οποία σήμερα δεν είναι πλέον αποδεκτή.
Ωστόσο, ο Έλγιν έπεφτε έξω. Εκείνη την εποχή στο Λονδίνο ο Richard Payne Knight ήταν ο κριτικός τέχνης με την μεγαλύτερη ισχύ και επιρροή, ενώ ο ίδιος ετύγχανε επίσης μέλος της Λέσχης των Dilettanti, έναν όμιλο ευγενών που προωθούσε τη μελέτη του αρχαιοελληνικού και ρωμαϊκού πολιτισμού.
Ο Payne Knight δεν έχασε καθόλου καιρό και εξαπέλυσε επίθεση κατά των 'ελγινείων', αμφισβητώντας την αυθεντικότητά τους. Επέμεινε, δε, σε αυτή του την άποψη καθ' όλη τη δεκαετία που ακολούθησε (1806-1816).
Το πρώτο και πλέον μνημειώδες σχόλιό του, ο Payne Knigth το εξαπέλυσε μερικές ημέρες αφ' ότου ο Έλγιν είχε επιστρέψει στη Βρετανία, ύστερα από την αιχμαλωσία του στη Γαλλία. Οι δυό τους είχαν συναντηθεί σε ένα δείπνο, στον πύργο του Λόρδου Stafford, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Payne Knight, εις επήκοον όλων των συνδαιτημόνων σε εκείνο το τραπέζι και στεντορεία τη φωνή, είπε στον Έλγιν:
'Αγαπητέ μου λόρδε Έλγιν, χαμένος πήγε ο κόπος σας. Τα γλυπτά που φέρατε είναι υπερεκτιμημένα: Δεν είναι αρχαιοελληνικά. Είναι ρωμαϊκά, της εποχής του Αδριανού'.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ως εκείνη τη στιγμή που συνέβη το συγκεκριμένο επεισόδιο, ο Payne Knight δεν είχε δει καν τα 'ελγίνεια' με τα μάτια του, καθώς τα γλυπτά παρέμεναν ακόμη εγκιβωτισμένα. Παρόλ' αυτά, το σχόλιό του έκανε αμέσως μεγάλη εντύπωση και διαδόθηκε ευρύτατα. Η άφιξη των γλυπτών που έφερε στη Βρετανία ο Έλγιν συνιστούσε απειλή προς την πεποίθηση που ο Payne Knight πρέσβευε από παλιά -και η οποία δεν είχε αμφισβητηθεί από κανέναν έως τότε- ότι δηλαδή τα γλυπτά των ύστερων ρωμαϊκών χρόνων ήταν τα ανώτερα όλων.
Η εχθρική στάση του Payne Knight περιόριζε δραματικά τις πιθανότητες του Έλγιν να πουλήσει τα γλυπτά της Ακρόπολης στην βρετανική κυβέρνηση καθώς, με δεδομένο το κύρος του ως εκτιμητή έργων τέχνης, τόσο οι ειδήμονες όσο και οι κρατικοί φορείς δίσταζαν να αντιπαρατεθούν με μια φωνή τόσο ισχυρή όσο η δική του.
Η κατάσταση για τον Έλγιν παρέμεινε κρίσιμη επί μία δεκαετία περίπου, καθώς ο ίδιος είχε καταχρεωθεί, μιας και η επιχείρηση απόσπασης των ελληνικών γλυπτών και μεταφοράς τους στη Βρετανία είχε πολύ μεγάλο κόστος. Τελικώς, το βρετανικό κράτος αγόρασε τα αρχαιοελληνικά γλυπτά από τον Έλγιν, κάτι που όμως έγινε μόλις το 1816 και αντί 35.000 λιρών, δηλαδή σε μια τιμή πολύ πιο χαμηλή από το κόστος που είχε αναλάβει ο Έλγιν (το οποίο υπολογίζεται σε 75.000 λίρες)».
Εκτός από το ιδιαίτερα ενδιαφέρον ιστορικό παραλειπόμενο, ο κ. Antonio Corso επανέρχεται στο ζήτημα της χρονολόγησης του μνημείου της Αμφίπολης. Σε σχετική ανάρτησή του στο facebook ο κ. Corso διευκρινίζει ότι, βάσει ορισμένων χαρακτηριστικών της γλυπτικής τεχνικής και των καλλιτεχνικών μοτίβων που αποτυπώνονται στα αγάλματα του Τύμβου, το μνημείο δεν μπορεί παρά να ανήκει στον 4ο αιώνα π.Χ. Προφανώς ο Antonio Corso συμφωνεί με την άποψη που προέβαλλαν από την αρχή της ανακάλυψης οι ανασκαφείς, δηλαδή η αρχαιολόγος κα Κατερίνα Περιστέρη, ο αρχιτέκτων κ. Μιχάλης Λεφαντζής κ.α.
Ο κ. Antonio Corso γράφει:
«Γύρω από την χρονολόγηση των λεγόμενων 'Καρυατίδων' και των Σφιγγών της Αμφίπολης: Προσκαλώ οποιονδήποτε ενδιαφέρεται, να παρατηρήσει με προσοχή την εξαιρετική συνάφεια που παρουσιάζει το μόνο ακέραιο πρόσωπο της Καρυάτιδας της Αμφίπολης με τη γυναικεία κεφαλή από το ιερό του Ηρακλέους στη Θάσο, το οποίο χρονολογείται περί το 320 π.Χ.
Επιπλέον, οι ομοιότητες στο σχήμα του προσώπου, στην ανατομική «γραμματική» και τον τρόπο με τον οποίον αποδίδονται τα μαλλιά ανάμεσα στον Διόνυσο της Θάσου, ο οποίος χρονολογείται περί το 330-320 π.Χ και την μόνη εναπομείνασα κεφαλή της Σφιγγός από την Αμφίπολη, δεν θα πρέπει να διαφύγουν της προσοχής μας.
Τα προηγούμενα στοιχεία μάς οδηγούν σε μια χρονολόγηση των αγαλμάτων της Αμφίπολης περί το 330-320 π.Χ, καθώς και στο συμπέρασμα ότι και αυτά έχουν φιλοτεχνηθεί από κάποιο εργαστήριο Θασιτών γλυπτών.
Τα σανδάλια που φορούν οι «Καρυάτιδες» συνηθίζονταν στο τέλος του 4ου π.Χ. αιώνα, κάτι που έχει αποδείξει με εναργείς συγκρίσεις η Heide Froning στην μελέτη της «Die Sandale des Hermes des Praxiteles in Olympia, Potnia Therōn, Vienna (2007), σ. 95-101».
Τα συγκεκριμένα σανδάλια έπαψαν να εμφανίζονται περί το τέλος του 2ου π.Χ. αιώνα και αυτή η παρατήρηση κατά τη γνώμη μου κλείνει το όλο ζήτημα.
Η άποψη ότι ο τύμβος της Αμφίπολης κατασκευάστηκε ή, έστω εκλαμπρύνθηκε από τους Ρωμαίους, είναι παράδοξη και παράλογη, περίπου όσο και η άποψη ότι η Νίκη της Σαμοθράκης ήταν αφιέρωμα των Ρωμαίων (το σκάφος επί του οποίου εδραζόταν το άγαλμα ήταν ροδιακό και το 168 π.Χ. οι Ρωμαίοι κατέστρεψαν την ακμάζουσα Ρόδο. Αυτό σημαίνει ότι η Νίκη της Σαμοθράκης ήταν βεβαίως ένα αφιέρωμα των Ροδίων, πολύ πριν από το 168 π.Χ.)».
* O Αντόνιο Κόρσο είναι Ιταλός αρχαιολόγος και ιστορικός της τέχνης, ειδικευμένος στην αρχιτεκτονική και την αρχαιοελληνική γλυπτική. Συγγραφέας 11 βιβλίων και περισσότερων από 100 ειδικών άρθρων, ο κ. Κόρσο θεωρείται παγκοσμίως ως αυθεντία στον Πραξιτέλη στον οποίον έχει αφιερώσει το μεγαλύτερο μέρος του επιστημονικού του έργου. Οι μελέτες του Αντόνιο Κόρσο αποτελούν σημείο αναφοράς για την επιστημονική κοινότητα του κλάδου. Από το τη δεκαετία του '80 η Ελλάδα είναι η βάση του κ. Κόρσο, παρόλο που οι αλλεπάλληλες υποτροφίες και οι συνεργασίες του με κορυφαία ερευνητικά κέντρα ανά τον κόσμο τον υποχρέωναν να μετεγκαθίσταται κατά καιρούς σε χώρες όπως η Βρετανία, η Γερμανία, η Ουγγαρία, η Σουηδία, η Ρωσία κ.ά. Ωστόσο, βαθιά πεπεισμένος ότι η Ελλάδα είναι η γη της Επαγγελίας για τον μελετητή του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, ο Αντόνιο Κόρσο πάντα επιστρέφει στην Αθήνα.
(Πηγή: Β. Τσακίρογλου, Πρώτο Θέμα, Ανασκαφή)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου