Οι εγκέφαλοι των φτωχών παιδιών μπορεί να λειτουργούν διαφορετικά σε σχέση με των πλούσιων παιδιών. Αυτό ισχυρίζονται ότι, για πρώτη φορά, διαπίστωσαν ερευνητές του Ινστιτούτου Νευροεπιστημών Helen Wills και της Σχολής Δημόσιας Υγείας του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας-Μπέρκλεϊ, σε νέα έρευνα, η οποία θα δημοσιευθεί στο ?Journal of Cognitive Neuroscience? (Περιοδικό Γνωσιακής Νευροεπιστήμης), σύμφωνα με την ηλεκτρονική υπηρεσία Science Daily.
Σύμφωνα με την μελέτη, τα φυσιολογικά παιδιά εννέα και δέκα ετών, που διαφέρουν μόνο από άποψη κοινωνικοοικονομικού επιπέδου, εμφανίζουν ανιχνεύσιμες -με ηλεκτροεγκεφαλογράφημα- διαφορές στις αντιδράσεις (στα εξωτερικά ερεθίσματα) του προμετωπιαίου φλοιού, του τμήματος εκείνου του εγκεφάλου που είναι κρίσιμο για την επίλυση των προβλημάτων και τη δημιουργικότητα.
«Τα παιδιά από κατώτερα κοινωνικοοικονομικά επίπεδα δείχνουν μοτίβα εγκεφαλικής φυσιολογίας παρόμοια με κάποιον ενήλικο που έχει υποστεί βλάβη από εγκεφαλικό στον προμετωπιαίο φλοιό του», δήλωσε ο καθηγητής ψυχολογίας του πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ, Ρόμπερτ Νάιτ. «Ανακαλύψαμε ότι τα παιδιά με χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν βραδύτερες εγκεφαλικές αντιδράσεις, αν και αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε φτωχό παιδί θα εμφανίσει τέτοια υπο-λειτουργία».
Είχαν προηγηθεί άλλες μελέτες, που είχαν χαρακτηρίσει πιθανή τη σύνδεση ανάμεσα στη λειτουργία του προμετωπιαίου φλοιού και τις διαφορές της συμπεριφοράς μεταξύ φτωχών και πλούσιων παιδιών. Η νέα μελέτη είναι η πρώτη που ισχυρίζεται ότι διαπίστωσε άμεσα αυτές τις αποκλίσεις της εγκεφαλικής δραστηριότητας, καθώς και τη μικρότερη αποτελεσματικότητα στις αντιδράσεις του προμετωπιαίου φλοιού των φτωχών παιδιών.
Σύμφωνα με τον παιδίατρο και εξελικτικό ψυχοβιολόγο, κ. Τόμας Μπόις, επίτιμο καθηγητή του Μπέρκλεϊ, που συμμετείχε στην έρευνα, τα μειονεκτήματα που συνεπάγεται η ανάπτυξη ενός παιδιού σε δύσκολες και φτωχικές κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, μεταβάλλουν τη βασική ανάπτυξη των εγκεφαλικών του νευρώνων, κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής του.
«Καμπανάκι κινδύνου» χαρακτήρισε την έρευνα ο Νάιτ. «Δεν φθάνει που τα φτωχά παιδιά είναι πιο πιθανό να έχουν προβλήματα υγείας, μπορεί να μην έχουν καν πλήρη εγκεφαλική ανάπτυξη, λόγω του στρεσογόνου και φτωχικού περιβάλλοντός τους και ό,τι αυτό συνεπάγεται από πλευράς ερεθισμάτων: λιγότερα βιβλία, λιγότερο διάβασμα, λιγότερα παιγνίδια, λιγότερες επισκέψεις σε μουσεία κ.α.».
Μια προηγούμενη έρευνα είχε εκτιμήσει ότι τα παιδιά από φτωχές οικογένειες ακούνε συνολικά, κατά μέσο όρο, 30 εκατ. λιγότερες λέξεις σε σχέση με τα παιδιά της μεσαίας τάξης, μέχρι να γίνουν τεσσάρων ετών. «Οι έρευνες έχουν δείξει ότι κάτι τόσο απλό, όσο το μιλά κανείς στο παιδί του, μπορεί να βελτιώσει την απόδοση του προμετωπιαίου φλοιού του», δήλωσε ο Μπόις, προσθέτοντας ότι «ασφαλώς δεν μπορεί να κατηγορήσει κανείς τις φτωχές οικογένειες που δεν μιλάνε στα παιδιά τους - υπάρχουν άπειροι λόγοι που μπορεί να συμβαίνει αυτό».
Οι ερευνητές δεν θεωρούν πάντως ότι αυτές οι εγκεφαλικές διαφορές είναι καταδικαστικές εφ'όρου ζωής και πιστεύουν ότι μπορούν να εξαλειφθούν με την κατάλληλη εκπαίδευση των φτωχότερων παιδιών.
Σε κάθε περίπτωση όμως, «είναι λιγάκι τρομακτικό που οι περιβαλλοντικές συνθήκες έχουν τέτοια ισχυρή επίπτωση στην ανάπτυξη του εγκεφάλου», σχολίασε η Σίλβια Μπούνγκε, καθηγήτρια ψυχολογίας στο Μπέρκλεϊ.
(Πηγή:www.evdomi.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου