Μακρύς θα είναι ο δρόμος για το σχηματισμό κυβέρνησης, αν ισχύσουν τα δεδομένα των ευρωεκλογών, ή ακόμη και των τελευταίων δημοσκοπήσεων, σχετικά με τις δυνάμεις των κομμάτων. Το ΠΑΣΟΚ μπορεί να είναι σταθερά πρώτο, όμως φαίνεται ότι δεν εξασφαλίζει την απαιτούμενη αυτοδυναμία με αποτέλεσμα να θεωρείται πολύ πιθανό να ξαναζήσουμε εικόνες του 1989 –1990, με συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
Όπως προβλέπεται λοιπόν από το Σύνταγμα, μετά την απόφαση του πρωθυπουργού, θα ακολουθήσει η διάλυση της Βουλής, με προεδρικό διάταγμα, το οποίο θα θυροκολληθεί σήμερα στη Βουλή.
Αυτό σημαίνει ότι εντός των επομένων 30 ημερών θα πρέπει να διεξαχθούν εθνικές εκλογές, με την ημερομηνία που έχει κλειδώσει να είναι η 4η Οκτωβρίου. Παράλληλα μέσα στις επόμενες ημέρες αναμένεται να αντικατασταθεί, όπως προβλέπεται, ο υπουργός Εσωτερικών, προκειμένου να αναλάβει την ευθύνη της διεξαγωγής των εκλογών ένα πρόσωπο διακομματικής αποδοχής.
Η διαδικασία μέχρι αυτό το σημείο είναι γνωστή, και εφαρμόζεται πάντα πριν από εκλογική αναμέτρηση. Το «ιδιαίτερο» αυτή τη φορά είναι το ενδεχόμενο ο νικητής των εκλογών να μην έχει αυτοδυναμία, δηλαδή να μην συγκεντρώσει τις απαιτούμενες 151 έδρες προκειμένου να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Σύμφωνα με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, για να κερδίσει ο νικητής τις 151 έδρες της αυτοδυναμίας πρέπει να ξεπεράσει ένα συγκεκριμένο ποσοστό που κυμαίνεται από 40% έως 42% και εξαρτάται αποκλειστικά από το αντίστοιχο ποσοστό των μικρών κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής, τα οποία δεν έχουν συγκεντρώσει το απαιτούμενο 3% για να εξασφαλίσουν εκλογή βουλευτή. Πιο συγκεκριμένα αυτό σημαίνει ότι, αν τα κόμματα που θα μείνουν εκτός Βουλής συγκεντρώσουν αθροιστικά ποσοστό γύρω στο 2,5%, τότε για την αυτοδύναμη πλειοψηφία το πρώτο κόμμα θα πρέπει να συγκεντρώσει ποσοστό που να υπερβαίνει το 41,5%, όριο που μπορεί να «πέσει» και στο 39%, αν το συνολικό ποσοστό των κομμάτων που δεν θα μπουν στη Βουλή ξεπεράσει το 8%.
Από την άλλη πλευρά, αν ο νικητής των εκλογών δεν καταφέρει να εξασφαλίσει αυτοδυναμία, τότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλείται να δώσει τη γνωστή από το 1989 «διερευνητική εντολή» στον αρχηγό του πρώτου κόμματος, προκειμένου να ερευνηθεί η δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας με άλλα κόμματα της Βουλής. Αν αυτή δεν προκύψει, τότε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας καλείται να προωθήσει τη διερευνητική εντολή στον αρχηγό του δεύτερου κόμματος ο οποίος θα ερευνήσει το ίδιο ενδεχόμενο, και αν ούτε και αυτή τελεσφορήσει στον αρχηγό του τρίτου κόμματος κ.ο.κ. για όλα τα κόμματα της Βουλής. Κάθε διερευνητική εντολή μένει στα χέρια του αρχηγού του κάθε κόμματος για 3 ημέρες, ενώ μπορεί να «επιστραφεί» και νωρίτερα στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας αν κριθεί ότι δεν τελεσφορεί τέτοια προσπάθεια.
Έτσι, αν όλες οι διερευνητικές δεν βγάλουν αποτέλεσμα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί όλους τους αρχηγούς σε μια έσχατη προσπάθεια σχηματισμού κυβέρνησης, κι αν και αυτή αποτύχει τότε αναθέτει στον πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου τον σχηματισμό κυβέρνησης για να διενεργήσει νέες εκλογές και πάλι σε 30 μέρες. Σε μια τέτοια περίπτωση οι επαναληπτικές εκλογές θα διεξαχθούν πιθανότατα στις 8 ή στις 15 Νοεμβρίου, στις οποίες όμως θα ισχύσει ο νέος εκλογικός νόμος «Παυλόπουλου» που αυξάνει την «επιδότηση» υπέρ του πρώτου κόμματος σε 50 έδρες, και παράλληλα το ποσοστό για αυτοδυναμία πέφτει κατά δύο μονάδες, τείνοντας να αγγίξει το 37,5% - 39,5%.
Άρης ΜΕΝΤΙΖΗΣ
εφημερίδα "Εβδόμη"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου