Το Δρώμενο του «Αράπη»
Κάθε χρόνο, στο μέσο του χειμώνα, κατά την έναρξη του νέου έτους, στην καρδιά του Παγγαίου Όρους, περιδιαβαίνουν κατά ομάδες, σοβαροφανείς και άγριοι «Αράπηδες», σκορπίζοντας τον ήχο από τα κουδούνια τους, έτσι, ίσως, για να διώξουν τα «κακά πνεύματα».
Ο χρόνος τέλεσης του εθίμου προφανώς σχετίζεται με το χειμερινό ηλιοστάσιο. Συνακόλουθα, πρέπει να θεωρείται ως ένα πανάρχαιο έθιμο που διατηρήθηκε μέχρι σήμερα, όπως συνηθίζεται να γιορτάζεται, την ίδια εποχή του έτους, και σε άλλα μέρη του κόσμου.
Το «Χρυσοφόρον Παγγαίον», κατά τους αρχαίους συγγραφείς, πρόσφερε τα μέγιστα στο Μέγα Αλέξανδρο, για την επιτυχή εκστρατεία του στα βάθη της Ασίας. Εικάζεται μάλιστα, πέραν των άλλων, ότι οι «Αράπηδες» χρησιμοποιήθηκαν από τον Μακεδόνα Στρατηλάτη Μέγα Αλέξανδρο, το 327 π .Χ. εναντίον του βασιλιά Πώρου, στον Υδάσπη ποταμό, δυτικά των Ινδιών, για να αντιμετωπίσει τους ελέφαντες, που αποτελούσαν την κύρια δύναμη του εχθρού, και τα κατάφερε.
Αργότερα, οι κάτοικοι του τόπου μας, σε συνδυασμό με τα διονυσιακά -ορφικά μυστήρια, έκαναν αναπαράσταση του γεγονότος αυτού. Κι έτσι διαμόρφωσαν ένα έθιμο, που παραμένει μέχρι σήμερα, το έθιμο των «Αράπηδων», αναλλοίωτο από τον χρόνο, την εξέλιξη και την αντίδραση του Χριστιανισμού, αλλά και των Οθωμανών, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, και των Βουλγάρων, στα χρόνια της κατοχής.
Το αποκορύφωμα των εκδηλώσεων είναι την ημέρα του Αη- Γιάννη, στις 7 Ιανουαρίου. Όλες οι ομάδες των «Αράπηδων» έκαναν κοινή παρέλαση, κάτω από τους εκκωφαντικούς ήχους των κουδουνιών τους. Δύο αρχηγοί ομάδων παλεύουν, μέχρι την τελική πτώση του ενός. Ακολούθως, γύρω από τον πεσμένο αρχηγό, μαζεύονται όλοι, σε μια μυσταγωγία, που τελειώνει με την ανάσταση του νεκρού και τον ιδιόρρυθμο ξέφρενο χορό όλων, που ακολουθεί. Σύμφωνα με την παράδοση, η παράσταση αυτή συμβολίζει το θάνατο του Διονύσου από τους Τιτάνες και την ανάσταση του από τον Δία.
Η Ενδυμασία
«Αράπηδες» ντύνονται άνδρες, σκεπάζοντας όλο το σώμα τους με προβιές ζώων ή κάπα. Στην πλάτη τους δημιουργείται καμπούρα με γέμισμα φύλλων καλαμποκιού ή χόρτου. Στη μέση τους δένουν τέσσερα κουδούνια, από τα οποία τα τρία ονομάζονται «τσάνια», και παράγουν πρίμους ήχους, ενώ το τέταρτο ονομάζεται «μπατάλι» και παράγει μπάσο ήχο.
Τις κνήμες τους τυλίγουν με κομμάτια μάλλινου υφάσματος, που είναι γνωστά ως «καλτσιούνια». Αντί για παπούτσια φορούν τα «τσιρβούλια», που κατασκευάζονται από ακατέργαστο χοιρινό δέρμα. Τα «τσιρβούλια» συγκρατούνται στις κνήμες με τις «λαπάρες», οι οποίες είναι δερμάτινα σχοινιά, που τυλίγονται στις κνήμες μέχρι το γόνατο.
Τέλος, στο κεφάλι φορούν την «μπαρμπότα», το επιβλητικό κάλυμμα που κατασκευάζεται από ακατέργαστο δέρμα τράγου γεμάτο με χόρτα. Συχνά η «μπαρμπότα» είναι στολισμένη με ένα κεντημένο μαντήλι.
Σύμφωνα με την παράδοση, την εποχή της τουρκοκρατίας στον εξοπλισμό του «Αράπη» προστέθηκε και ένα ξύλινο σπαθί, η «μαχαίρα».
1 σχόλιο:
Επιτέλους κάποιος να μιλήσει και για τους Αράπηδες που γινόταν στο Παλαιοχώρι... Μπράβο!
Δημοσίευση σχολίου