Δευτέρα 2 Μαρτίου 2015

Ο τάφος της Αμφίπολης και η πυρά του τύμβου Καστά

Όπως είναι πλέον γνωστό, οι πρώτες εκτεταμένες ανασκαφές στον τύμβο Καστά έγιναν από τον Δημήτρη Λαζαρίδη μεταξύ του 1960 και του 1983 παράλληλα με άλλες αρχαιολογικές έρευνες στην ευρύτερη περιοχή της Αμφίπολης. Για τα αποτελέσματα των ανασκαφών αυτών δεν έχουμε ακούσει πολλά, πέρα από το ότι η ανασκαφική ομάδα εντόπισε δεκάδες τάφους της αρχαϊκής εποχής και της εποχής του σιδήρου, τμήμα του περιβόλου του τύμβου (χωρίς την ορθομαρμάρωση) καθώς και τη βάση μιας μνημειακής κατασκευής στην κορυφή. Οι περιληπτικές αυτές αναφορές δίνουν μια ελλιπέστατη και αποσπασματική εικόνα των σημαντικότατων ανακαλύψεων του Δ. Λαζαρίδη στον τύμβο Καστά. Αναρωτηθήκαμε για το αν υπάρχουν επιπλέον ευρήματα τα οποία μπορούν να αποδοθούν στο ελληνιστικό μνημείο που ερευνάται από την ομάδα της Κ. Περιστέρη. Στην περίπτωση που υπάρχουν, τι μπορούν να προσθέσουν στις γνώσεις μας για το σημαντικό ταφικό μνημείο που ήρθε στο φως τα τελευταία χρονιά;

Για το λόγο αυτό ανατρέξαμε στα ανασκαφικά δεδομένα του Δ. Λαζαρίδη που δημοσιεύονται στα Πρακτικά της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας (από εδώ και στο εξής θα τα αναφέρουμε ως ΠΑΕ) καθώς και στο περιοδικό Έργον της ίδιας εταιρείας του έτους 1975. Η ανασκόπηση αυτών των εργασιών μας έφερε μπροστά σε μια αναφορά, η οποία μας κίνησε αμέσως το ενδιαφέρον: την ανακάλυψη, στους πρόποδες του τύμβου, μιας μεγαλειώδους πυράς των πρώιμων ελληνιστικών χρόνων. Υπό το πρίσμα της τελευταίας ανακοίνωσης του ΥΠΠΟ πως ανάμεσα στους πέντε νεκρούς που βρέθηκαν στο μνημείο περιλαμβάνονται και τα οστά ενός ατόμου που ενταφιάστηκε με καύση, εξετάζουμε την πιθανότητα η πυρά που ανέσκαψε ο Δ. Λαζαρίδης να ανήκει στο ταφικό σύνολο του τύμβου ή/και στο συγκεκριμένο νεκρό. Επιχειρείται επίσης, μια πρώτη απόπειρα ώστε τα ευρήματα που αφορούν τη συγκεκριμένη πυρά να συσχετιστούν με παρόμοιες ανακαλύψεις και δεδομένα για το ταφικό έθιμο της καύσης.



Η ανασκαφή της πυράς
Κατά το έτος 1975 και έπειτα από μακρόχρονες και εντατικές έρευνες στην ευρύτερη περιοχή της Αμφίπολης, ο Δ. Λαζαρίδης βρήκε στους πρόποδες του υπερμεγέθους τύμβου Καστά μια πυρά ορθογώνιου σχήματος. Όπως αναφέρεται στην αναφορά [1] στη Νοτιοδυτική πλευρά του τύμβου και σε βάθος περίπου 11 μέτρων από την επιφάνεια του βρέθηκε πυρά ορθογώνιου σχήματος, μεγέθους περίπου 3.80 x 2.90 μ.

Μεταφέρουμε τα γραφόμενα από τη σχετική εργασία:
"(...) O εις την θέσην Καστάς ΒΑ της πόλεως υπερμεγέθης τύμβος υπήρξε και κατά το έτος τούτον αντικείμενο εντατικής ερεύνης. Ούτως ηρευνήθησαν η νότια και εν μέρη η ΝΑ, ΒΔ και δυτική πλευρά του τύμβου μέχρι του φυσικού εδάφους, αποκομισθέντων των χωμάτων της επιχώσεως έξω της περιφέρειας του τύμβου. Εις τον ΒΔ τομέα διεπιστώθη εκτεταμένη στρώσις λατυπών μαρμάρου, εις δύο δε σημεία των επιχώσεων παρετηρήθησαν μικρά στρώματα καύσεως. Εν τέλει, εις την ΝΔ πλευρά και εις βάθος 11 μέτρων από της επιφάνειας του τύμβου, απεκαλύφθη τετράγωνος πυρά διαστάσεων 3.80 Χ 2.90 μ. περίπου. Αυτή αποτελείται εκ στρώσεων αργών λίθων, τοποθετηθέντων επί της άμμου, κεκαλυμμένων δια σκληρού ερυθρού πηλού και φερόντων ίχνη ισχυράς πυρακτώσεως (...)" [1].

Η πυρά αποτελείται από στρώματα αργών λίθων που τοποθετήθηκαν πάνω από την άμμο, καλύπτονταν από ερυθρό πηλό και έφεραν ίχνη ισχυρής πυράκτωσης. Από το εσωτερικό της πυράς, η οποία ήταν πλήρης λίθων, κεράμων, τέφρας και ανθράκων, ανασύρθηκαν κατά την ανασκαφή μελαμβαφή όστρακα, λαβή και χείλος κανθάρου και ενσφράγιστος λαβή αμφορέως, τα οποία χρονολογούνται στην Πρώιμη Ελληνιστική εποχή (δηλαδή 323 – 275 π.Χ.). Κοντά στην πυρά αλλά σε υψηλότερο στρώμα βρέθηκε αρυβαλλοειδές ληκύθιο που φέρει διακόσμηση ανθεμίου.
Ενδεικτικά παραθέτουμε και φωτογραφία από το αρυβαλλοειδές ληκύθιο που βρέθηκε κοντά στην πυρά [1]. Η μικρότερη, ένθετη φωτογραφία δείχνει ένα παρόμοιο εύρημα που εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης, βρέθηκε σε τύμβο της αρχαίας Αινείας και χρονολογείται στον 4ο αιώνα πΧ [9]. Παρόλο, λοιπόν, που το ληκύθιο του τύμβου Καστά βρέθηκε λίγο πιο ψηλά από το επίπεδο της πυράς, δεν είναι απίθανο να είναι και αυτό σύγχρονο του ελληνιστικού μνημείου.

Μερικές σκέψεις και συμπεράσματα

Η σύνδεση αυτής της πυράς με το ελληνιστικό μνημείο του τύμβου Καστά και ενός εκ των νεκρών που βρέθηκαν στον τρίτο θάλαμο είναι ελκυστική, αλλά σε τι βαθμό κάτι τέτοιο ισχύει; Ας απαριθμήσουμε τα επιχειρήματα ένα προς ένα:
α) Σύμφωνα με τον ίδιο τον Δ. Λαζαρίδη ''είναι βέβαιον ότι η πυρά ουδόλως σχετίζεται προς τους ανευρεθέντας, ακόμη και εις απόστασιν ολίγων μέτρων απ' αυτής τάφους, καθόσον ούτοι είναι κατά πολύ αρχαιότεροι της πυράς και διότι ουδεμία ταφή εγένετο δια καύσεως'' [1]. Με βάση τα ανασκαφικά δεδομένα, τη λογική και τις γνώσεις μας στο θέμα, το συμπέρασμα αυτό μας βρίσκει σύμφωνους.
β) Η πυρά βρέθηκε στη νοτιοδυτική πλευρά του τύμβου, κάτι που αντιστοιχεί στη γενικότερη κατεύθυνση της εισόδου των θαλάμων που βρέθηκαν τον περασμένο χρόνο. Αν και δε μπορούμε, με βάση τις γνώσεις μας, να απορρίψουμε πως αυτό είναι συμπτωματικό, είναι σίγουρα κάτι το αξιοσημείωτο, δεδομένου πως η ταφικές πυρές σε άλλους ελληνιστικούς ή προγενεστέρους μακεδονικούς τάφους βρισκόταν κοντά στο σημείο ταφής [2, 7]. Από τα συμφραζόμενα της αναφοράς του Δ. Λαζαρίδη, καταλαβαίνουμε επίσης πως η πυρά βρισκόταν μάλλον εκτός των ορίων του τύμβου που σήμερα ξέρουμε πως οριοθετείται από τον ταφικό περίβολο. Με άλλα λόγια ο μνημειώδης περίβολος ίσως ήταν ήδη υπαρκτός (ή προβλεπόταν να κατασκευαστεί) όταν η πυρά τοποθετήθηκε στη θέση της, διαφορετικά η δομή του τύμβου ή του περιβόλου θα είχε διαταραχθεί σημαντικά.
γ) Το μέγεθος της πυράς (3.8 Χ 2.9 μ) μοιάζει αρκετά μεγάλο, αν και δε στάθηκε δυνατό να βρούμε ακριβή μεγέθη από αναλόγου τύπου πυρά για να κάνουμε κάποια χρήσιμη, ποσοτική σύγκριση. Είναι, πάντως σίγουρο πως το μέγεθός της είναι κατά πολύ μικρότερο από αυτό της μνημειώδους πυράς του Ηφαιστείωνα στη Βαβυλώνα [3] ή του βασιλιά Νικοκρέοντα και της οικογένειάς του στη Σαλαμίνα της Κύπρου [4]. Η ξύλινη πυρά του Φιλίππου του Β' στις Αιγές είχε ύψος τουλάχιστον 2 μέτρων, ενώ το μέγεθος των υπολοίπων διαστάσεών της δεν μας είναι γνωστό [2,10]. To μέγεθος ήταν τουλάχιστον συγκρίσιμο με αυτό της πυράς του Καστά, δεδομένου πως η ταφική πυρά για σημαντικά πρόσωπα είχε τη μορφή νεκρικού οίκου, ήταν δηλαδή ένα οικοδόμημα [10]. Όσον αφορά μικρότερα μνημεία πυράς εξέχουσας σημασίας , έχουν βρεθεί, ενδεικτικά, τόσο στις Αιγές [2], στη Δοξιπάρα, κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία [5] και σε πολλές ακόμα περιοχές. Η σύντομη αυτή βιβλιογραφική ερευνά δεν μας επιτρέπει να βγάλουμε καταληκτικά συμπεράσματα για τη σημασία του νεκρού για τον οποίο η πυρά προοριζόταν. Σίγουρα όμως το μέγεθός της , το οποίο σίγουρα δεν είναι αμελητέο, όπως και τα ίχνη ισχυρής πυράκτωσης, δεν απορρίπτουν την εκδοχή η πυρά αυτή να ήταν ακόμα και βασιλική. Ίχνη ισχυρής πυράκτωσης έχουν συνδεθεί και με βασιλικές ταφές, χωρίς να ξέρουμε όμως αν αυτή η σχέση είναι μονοσήμαντη [6, 10].
δ) Η πυρά βρέθηκε σε "απομόνωση" από άλλες ελληνιστικές ταφές. Είναι ξεκάθαρο πως ο τύμβος Καστά δεν αποτέλεσε χώρο νεκροταφείου κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Άλλωστε, το ελληνιστικό νεκροταφείο της Αμφίπολης έχει ανασκαφεί σε διαφορετική περιοχή. Ακόμα κι αν ο τύμβος Καστά κρύβει και άλλους μακεδονικούς τάφους εντός του, ο αριθμός τους θα είναι σίγουρα μικρός. Βάσει αυτής της λογικής, είναι εύλογο να υποθέσουμε πως η πυρά που ανέσκαψε ο Δ. Λαζαρίδης δεν ανήκει σε κάποια τυχαία ταφή της ελληνιστικής εποχής, αλλά σε νεκρό που όντως ετάφη εντός του τύμβου Καστά.
Κάτι που επίσης είναι σημαντικό είναι πως η χρονολόγηση της πυράς πριν το 275 πΧ. έχει κοινό εύρος με τη χρονολόγηση του ταφικού μνημείου από την ομάδα της Κ. Περιστέρη (325-300 πΧ). Ακόμα όμως και αν η χρονολόγηση της Κ. Περιστέρη αμφισβητηθεί, οι ισχυρές ενδείξεις σύνδεσης της πυράς με τον τύμβο Καστά, τοποθετούν αυτό το μνημείο το αργότερο στο 275 πΧ. Η μεταφορά της χρονολόγησης του συνολικού μνημείου ακόμα και στο 275 πΧ, δεν απορρίπτει (αλλά ούτε και αποδεικνύει) τη συσχέτιση του μνημείου με τον αρχιτέκτονα Δεινοκράτη, ο οποίος ξέρουμε πως ήταν ακόμα εν ζωή την εποχή εκείνη. Πιο συγκεκριμένα, ο Πλίνιος αναφέρει πως ο Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος ζήτησε από τον αρχιτέκτονα να του κατασκευάσει ένα μαγνητικά αιωρούμενο άγαλμα προς τιμήν της αδελφής και γυναίκας του, Αρσινόης, που επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια περί το 280-275 πΧ [8].
Το γεγονός επίσης πως η πυρά χρονολογείται στους πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους σημαίνει πως ο νεκρός που τοποθετήθηκε στους θαλάμους μετά την καύση του ήταν ίσως από τους πρώτους "ενοίκους". Η εφαρμογή του εθίμου της πυράς είναι μια ακόμα ένδειξη πως ο τύμβος Καστά είναι μακεδονικό μνημείο: η ταφική πυρά, ως πρακτική φαίνεται να ξεκίνησε με τον Ηρακλή και να επανήλθε ως έθιμο με τη δυναστεία των Τημενίδων, όπου οι Μακεδόνες καίγονταν σε μνημειώδεις πυρές ως απόγονοί του (αν και αυτή η ερμηνεία δεν έχει αποδειχτεί πέραν αμφιβολίας) και ίσως στα πρότυπα της πυράς του Πάτροκλου (εικόνα 3). Η πρακτική της πυράς περιορίζεται σημαντικά στη ρωμαϊκή εποχή.
Ανεξαρτήτως της ορθότητας των παραπάνω συμπερασμάτων, είναι σίγουρο πως η πυρά του τύμβου Καστά είναι ένα (από τα πολλά) ευρήματα των ανασκαφών του Δ. Λαζαρίδη των οποίων η τεράστια σημασία δεν έχει τονιστεί στο βαθμό που αξίζει. Οι ερμηνείες που δίνουμε παραπάνω υπόκεινται φυσικά και σε πολλούς, αναπόφευκτους περιορισμούς. Δε γνωρίζουμε ξεκάθαρα αν η πυρά ήταν ταφική ή αν απλώς προοριζόταν για λατρευτικές προσφορές προς στο νεκρό, όπως έχει βρεθεί και σε άλλες περιπτώσεις, πχ. σχετικά πρόσφατα στον Άργιλο, κοντά στην Αμφίπολη [12]. Δεν ξέρουμε αν η ομάδα της Κ. Περιστέρη έχει ανασκάψει κάποια επιπλέον πυρά στον περίβολο, ούτε αν μελλοντικά θα βρεθεί και άλλη συστάδα θαλάμων στον τύμβο.
Για παράδειγμα, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, μαζί με την ανακάλυψη της πυράς, ο Δ. Λαζαρίδης βρήκε ίχνη καύσης σε δύο σημεία των επιχώσεων της ΒΔ πλευράς του τύμβου. Από μελέτες στο νεκροταφείο των Αιγών (και όχι μόνο) είναι γνωστό πως τα υπολείμματα καύσης εναποτίθονταν πάνω από το χώρο της τελικής ταφής [2, 10]. Πάνω από τον τάφο του Φιλίππου Β' βρέθηκαν τεράστιες ποσότητες από τα υπολείμματα της πυράς του (όπως και ένα χάλκινο λιοντάρι), στην περίπτωση του τάφου της Ευριδίκης υπολείμματα καύσης ανασύρθηκαν και από το δρόμο [10].
Μήπως, λοιπόν, τα ίχνη καύσης που εντόπισε ο Δ. Λαζαρίδης (πέραν της πυράς) είναι αποθέσεις υποδεικνύουν την ύπαρξη και άλλων σημαντικών ταφών στον τύμβο, μήπως σχετίζονται με παλιότερες ταφές ή μήπως με την ανακάλυψη στην ίδια περιοχή του τύμβου μιας μικρής ημικυκλικής κατασκευής (μερικών μέτρων), εντός της οποίας βρέθηκε ένας σκελετός [1];

Εύλογο είναι επίσης και το ερώτημα αν η ομάδα της Κ. Περιστέρη ανακάλυψε υλικά καύσης (πχ. καρφιά, νεκρικά δώρα, προσφορές) πάνω από τους τρεις θαλάμους (ή και εντός τους). Αν απάντηση σε κάτι από αυτά προκύψει στο μέλλον, οι ερμηνείες μας θα πρέπει διαμορφωθούν αναλόγως.

Γράφουν οι 'Ελενα Β και Planet
Αναδημοσίευση από το empedotimos. blogspot.gr
Πηγή: thousandnews.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: