Τα’ Άη Γιαννιού σήμερα, μέρα γιορτής. Σαν σήμερα, μέχρι το 1949, στο γραφικό χωριό μας, αναβίωναν οι «Αράπηδες». Παραμένει άγνωστο γιατί σταμάτησε η αναβίωση τους πριν 70 χρόνια.
Μιλώντας πριν από καιρό με κάποιους ηλικιωμένους του χωριού, έζησα λίγες στιγμές εκείνης της παλιάς γιορτινής ατμόσφαιρας. Πήρα λίγη από τη λάμψη που φώτιζε τα μάτια τους όταν θυμούνταν τη συμμετοχή τους σε αυτό το έθιμο, και ήταν πραγματικά συγκινητικές οι στιγμές, όταν μου αφηγούνταν το δρώμενο αλλά και το πώς ένιωθαν ως συμμετέχοντες.
Η λαογραφική έρευνα
Αφορμή για τη σύντομη αυτή ιστορική, πλέον, έρευνα, ήταν οι δύο φωτογραφίες που εντοπίστηκαν και φιλοξενούνται στο
Λαογραφικό Μουσείο του Πολιτιστικού Συλλόγου Παλαιοχωρίου, και οι οποίες απεικονίζουν Παλαιοχωρινούς ντυμένους Αράπηδες. Οι φωτογραφίες αυτές χρονολογούνται στο 1944.
Με μια σύντομη έρευνα στη βιβλιογραφία, (στην οποία με βοήθησε - και τον ευχαριστώ θερμά - ο εκλεκτός φίλος και δάσκαλος, δικηγόρος και ιστορικός ερευνητής
Θεόδωρος Δ. Λυμπεράκης) βρέθηκα να ξεφυλλίζω το σύγγραμμα
"Λαογραφικά της Μακεδονίας. Ήθη - Έθιμα - Παραδόσεις. Το Παγγαίον", του γνωστού στην περιοχή μας καθηγητή και γυμνασιάρχη
Απόστολου Κ. Γκισδαβίδη, από τη Νικήσιανη.
Όπως ο ίδιος αναφέρει: (sic) "
Η διάλεξις της μελέτης ταύτης έλαβε χώραν εις Νικήσιανην - Παγγαίου την 7ην Ιανουαρίου 1973". Διαβάζοντας τις σελίδες του βιβλίου εντόπισα πολλά λαογραφικά του Παγγαίου, και γρήγορα έφτασα στους Αράπηδες, τους οποίους περιγράφει ο συγγραφέας
Απόστολος Κ. Γκισδαβίδης γλαφυρά, αναφέροντας πως το δρώμενο αναβίωνε στην ευρύτερη περιοχή. Αναφέρει χαρακτηριστικά πως στην εμφάνιση, όμοια με αυτούς του Μελένικου "
τοιουτοτρόπως ήτο και η της Νικήσιανης Παγγαίου, της Δράνοβας ή Δρανόβης (εννοεί το Μοναστηράκι Δράμας, όπου αναβιώνουν μέχρι σήμερα),
Παλαιοχωρίου, Καστοριάς, Λιαψίστης, Ερατείρας και λοιπών περιοχών της Μακεδονίας". Με λίγα λόγια η αμφίεση των "Αράπηδων" στους παραπάνω οικισμούς, μεταξύ των οποίων και το Παλαιοχώρι, ήταν ίδια. Μάλιστα η αναφορά καταγράφεται το 1973, πάνω από 20 χρόνια από την τελευταία αναβίωση στο Παλαιοχώρι (και 46 χρόνια πριν από σήμερα), κάτι που ωστόσο σημαίνει ότι υπήρχαν ακόμη ζωντανές μνήμες.
Έτσι, η έρευνα για ακόμη μια φορά στράφηκε στις μαρτυρίες των γεροντότερων. Είχα την τύχη να συνομιλήσω με δύο Παλαιοχωρινούς που συμμετείχαν στο δρώμενο, τα τελευταία χρόνια της αναβίωσής του στο Παλαιοχώρι. Η καταγραφή αυτών των μαρτυριών αποτελούν πλέον πολύτιμο λαογραφικό υλικό, αφού οι άνθρωποι αυτοί δεν βρίσκονται πια ανάμεσά μας.
Η πρώτη μαρτυρία είναι αυτή του
Κωνσταντίνου Στ. Μεντίζη, που καταγράφηκε στις 25 Ιανουαρίου 2004. Όπως ανέφερε, μεταξύ άλλων, οι Αράπηδες αναβίωναν "πάντα του Αη Γιαννιού". Το ντύσιμο περιελάμβανε τη μαύρη κάπα, και τα τσιρβούλια, και στο κεφάλι φορούσαν τις "μπαρμπότες" που ήταν δέρμα "ή από κατσικάκι ή από αρνάκι". Όπως είπε η ένδυση των Αράπηδων γινόταν σε σπίτια, κυρίως κτηνοτρόφων. Η πορεία των Αράπηδων έφτανε ως την άκρη του χωριού ("Πηγαίναμε ως πέρα", αναφέρει χαρακτηριστικά) ενώ η αναπαράσταση της μάχης γινόταν στην πλατεία.
Η επόμενη μαρτυρία είναι αυτή του
Δημόπουλου Χριστοδούλου, και καταγράφηκε το καλοκαίρι του 2004. Μεταξύ άλλων αναφέρει πως οι νέοι του χωριού χαίρονταν που συμμετείχαν στο δρώμενο, αναφέρει την μαύρη κάπα και τα "τσιρβούλια" που δένονταν με λωρίδες δέρματος γύρω από τις γάμπες. Για τις "μπαρμπότες", ανέφερε πως υπήρχε ένας άτυπος "διαγωνισμός" μεταξύ των συμμετεχόντων, για το ποιος θα κατασκευάσει την πιο ψηλή. Ξεκινούσαν πάντα από την ντόπια συνοικία. Ντύνονταν σε σπίτια και αφού συναντιούνταν σαν ομάδα πορεύονταν προς την πλατεία, όπου γινόταν η αναπαράσταση της μάχης, που είναι η κορύφωση του δρώμενου. Ανέφερε δε πως το δρώμενο σταμάτησε "γύρω στο '50".
Μνήμες από την αναβίωση του δρώμενου έχουν και οι γεροντότεροι σήμερα στο χωριό, οι οποίοι, κατά κύριο λόγο δεν συμμετείχαν, γιατί ήταν παιδιά την εποχή εκείνη (70 χρόνια πριν). Ενδεικτική και πολύτιμη είναι η μαρτυρία του σχεδόν αιωνόβιου σήμερα κ.
Δαμιανού Μαμάτσιου, που καταγράφηκε στις 6 Ιανουαρίου 2015. Στην ερώτηση: "Εσείς προλάβατε τους Αράπηδες που γινόταν εδώ στο χωριό", η απάντηση ήταν ξεκάθαρη: "Ναι! τους πρόλαβα". Διευκρινίζει ότι "ξεκινούσαν από κάτω (εννοεί την ντόπια συνοικία), και έφταναν στην πλατεία". Στην ερώτηση αν η μάχη των Αράπηδων γινόταν στην πλατεία, ξεκάθαρα ανέφερε: "Ναι, ναι. Εδώ στην πλατεία γινόταν, όλα αυτά".
Η έρευνα βέβαια συνεχίζεται προκειμένου να καταγραφούν όσο το δυνατόν περισσότερες μαρτυρίες αυτής της πτυχής της παγγαιορείτικης λαογραφίας, που έχει σβήσει πριν 70 χρόνια.
Οι ρίζες του δρώμενου χάνονται στην αρχαιότητα, στη λατρεία του Διονύσου, αλλά μπορεί και πιο πίσω. Με τους αιώνες, και προκειμένου το δρώμενο να διατηρηθεί, οι «Αράπηδες» άλλαξαν χαρακτήρα, όμως το «αρχέγονο» συνεχίζει να τους χαρακτηρίζει. Όπως χαρακτηρίζει και τις ανάλογες μεταμφιέσεις σε τόσο διαφορετικές περιοχές της βόρειας Ελλάδας, που όμως έχουν τόσα κοινά μεταξύ τους, όπως τις κατέγραψε, 46 χρόνια πριν, ο καθηγητής Απόστολος Κ. Γκισδαβίδης, και όπως αναβιώνουν μέχρι σήμερα στη γειτονική Νικήσιανη αλλά και σε πολλά χωριά της Δράμας, όπως το Μοναστηράκι, τον Ξηροπόταμο, τον Βώλακα και την Καλή Βρύση.
Το Δρώμενο
Κάθε χρόνο, στο τέλος του Δωδεκαημέρου, στις 7 Ιανουαρίου, στην καρδιά του Παγγαίου Όρους, περιδιαβαίνουν κατά ομάδες, σοβαροφανείς και άγριοι «Αράπηδες», σκορπίζοντας τον ήχο από τα κουδούνια τους, ίσως, για να διώξουν τα «κακά πνεύματα», όπως πίστευαν. Ωστόσο όλο το δρώμενο φαίνεται πως είναι ένας ύμνος στη ζωή!
Ο χρόνος αναβίωσης του δρώμενου προφανώς σχετίζεται με το χειμερινό ηλιοστάσιο. Συνακόλουθα, πρέπει να θεωρείται ως ένα πανάρχαιο έθιμο που διατηρήθηκε μέχρι σήμερα, όπως συνηθίζεται να γιορτάζεται, την ίδια εποχή του έτους, και σε άλλα μέρη του κόσμου. Τις πανάρχαιες ρίζες του δρώμενου αυτού μπορεί κανείς να συναντήσει μελετώντας τους αρχαίους συγγραφείς.
Αργότερα, οι κάτοικοι του τόπου μας, σε συνδυασμό με τα διονυσιακά -ορφικά μυστήρια, έκαναν αναπαράσταση του γεγονότος αυτού. Δεν θα μπορούσε ένας τόσο σημαντικός τόπος για ρους αρχαίους, όπως ήταν το Παγγαίο, να μην διαφυλάξει σημαντικά δρώμενα. Κι έτσι διαμόρφωσαν ένα έθιμο που διατηρήθηκε μέχρι τη σύγχρονη εποχή.
Όλες οι ομάδες των «Αράπηδων», που ντύνονταν σε διάφορα σπίτια και ξεπρόβαλαν από την ντόπια συνοικία του Παλαιοχωρίου, έκαναν κοινή παρέλαση προς την πλατεία του χωριού, υπό τους εκκωφαντικούς ήχους των κουδουνιών τους. Δύο αρχηγοί ομάδων παλεύουν, μέχρι την τελική πτώση του ενός. Ακολούθως, γύρω από τον πεσμένο αρχηγό, μαζεύονται όλοι, σε μια μυσταγωγία - δέηση, που τελειώνει με την ανάσταση του νεκρού και τον ιδιόρρυθμο ξέφρενο χορό όλων, που ακολουθεί. Σύμφωνα με την παράδοση, η παράσταση αυτή συμβολίζει το θάνατο του Διονύσου και την ανάσταση του, ή πιο ξεκάθαρα, το «θάνατο» και την αναγέννηση της φύσης!
Η Ενδυμασία
«Αράπηδες» ντύνονται άνδρες, σκεπάζοντας όλο το σώμα τους με προβιές ζώων ή κάπα. Στην πλάτη τους δημιουργείται καμπούρα με γέμισμα φύλλων καλαμποκιού ή χόρτου (άχυρου). Στη μέση τους δένουν τέσσερα κουδούνια, από τα οποία τα τρία ονομάζονται «τσάνια», και παράγουν πρίμους ήχους, ενώ το τέταρτο ονομάζεται «μπατάλι» και παράγει μπάσο ήχο. Το μπατάλι δένεται μπροστά και δεξιά.
Τις κνήμες τους τυλίγουν με κομμάτια μάλλινου υφάσματος, που είναι γνωστά ως «καλτσούνια». Αντί για παπούτσια φορούν τα «τσιρβούλια», που κατασκευάζονται από ακατέργαστο χοιρινό δέρμα. Τα «τσιρβούλια» συγκρατούνται στις κνήμες με τις «λαπάρες», οι οποίες είναι δερμάτινα σχοινιά, που τυλίγονται στις κνήμες μέχρι το γόνατο.
Τέλος, στο κεφάλι φορούν την «μπαρμπότα», το επιβλητικό κάλυμμα που κατασκευάζεται από ακατέργαστο δέρμα τράγου γεμάτο με χόρτα. Οι συμβολισμοί στην ενδυμασία είναι το ίδιο έντονοι με τις κινήσεις τους, την τελετουργική μάχη και τον χορό.
Στα χέρια τους κρατούν ένα ξύλινο σπαθί, τη λεγόμενη «μαχαίρα», η οποία είναι επίσης πανάρχαιο παρελκόμενο των δερματοφόρων πολεμιστών της ζωής.
Η σύντομη αυτή αναφορά στο δρώμενο ας είναι ευχαριστία αλλά και μνημόσυνο στους Παλαιοχωρινούς, που μοιράστηκαν μαζί μου τις μνήμες τους, και που δεν βρίσκονται πια ανάμεσά μας.