Ιδιαίτερα σημαντικά και διαφωτιστικά για την τοπογραφία, την έκταση και τη χωροταξική οργάνωση του ιερού του Απόλλωνα στη θέση Μάντρα, στο ακατοίκητο νησί Δεσποτικό, δυτικά της Αντιπάρου, ήταν τα αποτελέσματα της φετινής ανασκαφικής περιόδου που διήρκησε από 25/5 έως 3/7.
Η συστηματική έρευνα στη θέση Μάντρα Δεσποτικού ξεκίνησε το 1997 από τον αρχαιολόγο Γ. Κουράγιο (Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων). Έως σήμερα έχει έρθει στο φως ένα εκτεταμένο αρχαϊκό ιερό, η ακμή του οποίου χρονολογείται στον 6ο αι.π.Χ., ενώ τα πρωιμότερα ίχνη λατρείας ανάγονται στον 9ο και 8ο αι. π. Χ. (γεωμετρική εποχή). Η κατεξοχήν λατρευόµενη θεότητα στο ιερό κατά την αρχαϊκή και κλασική περίοδο ήταν ο Απόλλωνας, ενώ στην κλασική περίοδο λατρευόταν και η θεά Εστία µε το επίθετο «Ισθµία». Έχουν ανασκαφεί μέχρι σήμερα 13 κτίρια. Το κέντρο της λατρείας ήταν ένα προστατευμένο με περίβολο τέμενος, στο οποίο δέσποζε ο μαρμάρινος πρόστυλος ναός και δίπλα σε αυτόν το τελετουργικό εστιατόριο και άλλα δυο μαρμάρινα οικοδομήματα λατρευτικού χαρακτήρα. Στο κέντρο βρισκόταν ο μεγάλος μαρμάρινος ημικυκλικός βωμός, ενώ μπροστά από το ναό ο βωμός της Εστίας Ισθμίας.
Κατά τις φετινές έρευνες αποκαλύφθηκε ένα ιδιαίτερα πολύπλοκης κάτοψης κτιριακό συγκρότημα συνολικών διαστάσεων 35 Χ 15μ., το οποίο βρίσκεται στην νότια πλευρά του αρχαϊκού τεμένους δίπλα στη νότια είσοδο του ιερού. Από τα πολυπληθή ευρήματα προκύπτει ότι το νέο συγκρότημα, το οποίο ανήκει στην αρχαϊκή περίοδο (εποχή ίδρυσης του ιερού), γνώρισε διάφορες οικοδομικές φάσεις με επεκτάσεις και προσθήκες δωματίων, κατά την κλασική και ελληνιστική περίοδο. Tμήμα του κτηριακού συγκροτήματος αυτού περιλαμβάνει οικοδόμημα ορθογώνιας κάτοψης, διαστάσεων 20Χ12μ., που αποτελείται από πέντε δωμάτια με εισόδους στη νότια πλευρά που επικοινωνούν με μεγάλο ανοικτό αίθριο και επιβλητική είσοδο. Τα δωμάτια φέρουν πλακόστρωτα δάπεδα και διάφορες κατασκευές στο εσωτερικό τους, μάλλον για τελετουργική χρήση.
Δυτικά του κτιριακού συγκροτήματος αυτού αποκαλύφθηκε ακόμη ένα μεγάλο κτίριο αποτελούμενο από τέσσερα δωμάτια, ενώ σε ένα από αυτά βρέθηκε κτιστός τετράγωνος βωμός από σχιστολιθικές πλάκες. Αποκαλύφθηκε μεγάλη ποσότητα κεραμικής και περισσότερα από είκοσι θραύσματα αγγείων με εγχάρακτες επιγραφές του ονόματος του Απόλλωνα, που επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά την λατρεία του θεού στη συγκεκριμένη θέση. Η αποκάλυψή των παραπάνω κτιρίων αποτελεί μαρτυρία για τη συνέχιση της λειτουργίας του ιερού και στους κλασικούς-ελληνιστικούς χρόνους, αλλά και για τη μεγάλη έκτασή και πολύπλοκη χωροταξική οργάνωσή του, που αντανακλούν τη μεγάλη φήμη και επισκεψιμότητα του έως και τον 3ο αι.π.Χ.
Επιπλέον, ανασκαφικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν και στο Κτίριο Ζ, που βρίσκεται έξω από τον λατρευτικό περίβολο του τεμένους, όπου αποκαλύφθηκαν ακόμη δύο δωμάτια του και μεγάλη ποσότητα εισηγμένης γραπτής αττικής κεραμικής κλασικών χρόνων. Όπως, επίσης, αποκαλύφθηκε τοίχος μεγάλων διαστάσεων κατά μήκος της οδού που θα έπαιρναν οι πιστοί από το αρχαίο λιμάνι προς το τέμενος, που είχε οχυρωματικό χαρακτήρα για να προστατεύσει τα κτίρια, που εκτείνονταν στη χερσόνησο του Δεσποτικού, εκτός του λατρευτικού περιβόλου.
Στα πολυάριθμα ευρήματα της φετινής ανασκαφικής έρευνας συγκαταλέγονται θραύσμα από την κνήμη ποδιού αρχαϊκού κούρου, τρία θραύσματα κάτω άκρων κούρων, - που έρχονται να προστεθούν στα 65 ήδη αποκαλυφθέντα θραύσματα μαρμάρινων αρχαϊκών κούρων- καθώς και τμήμα μιας ιδιαίτερης μαρμάρινης αρχαϊκής βάσης αγάλματος με την πλίνθο της, η οποία φέρει την επιγραφή (Α)ΝΕΘΗ(ΚΕ), ακέραιο πήλινο ακροκέραμο, θραύσματα ερυθρόμορφου κρατήρα με παράσταση του θεού Διόνυσου, περισσότερα από είκοσι μελαμβαφή λυχνάρια, 33 ενεπίγραφα θραύσματα σκύφων και κυλίκων με το όνομα του Απόλλωνα (Α, ΑΠ, ΑΠΟΛ), θραύσματα μηλιακών-παριανών αγγείων και θραύσματα μελανόμορφων αγγείων αττικής προέλευσης (τέλη 6ου αι. π. Χ), πήλινη αρχαϊκή λεκάνη με περίτεχνες λαβές, πήλινα ειδώλια και χάλκινα αντικείμενα.
Πέραν των ανασκαφικών εργασιών, πραγματοποιήθηκαν από συνεργείο τεσσάρων εξειδικευμένων μαρμαροτεχνιτών εργασίες για την ολοκλήρωση της α΄φάσης της προμελέτης αναστήλωσης του ναού και του τελετουργικού εστιατορίου που έχει ήδη εγκριθεί από το ΚΑΣ (αρχιτέκτων-μελετητής Γ.Ορεστίδης). Συγκεκριμένα, συμπληρώθηκε ο στυλοβάτης του εστιατορίου, που είναι κατασκευασμένος από μεγάλες πλάκες γνευσίου, σε μήκος 17 μέτρων, όπως επίσης συμπληρώθηκαν δυο τμήματα από τον μαρμάρινο στυλοβάτη του ναού και συμπληρώθηκαν οι κατώτατοι δόμοι της παραστάδος, που υπήρχε μεταξύ τελετουργικού εστιατορίου και ναού.
Οι εργασίες αναστήλωσης του αρχαϊκού ναού και του εστιατορίου έχουν αποκτήσει πρωταρχική σημασία, αφού στοχεύουν στην συμπλήρωση της κάτοψης των μνημείων και στην υποδήλωση της τρίτης διάστασης, ώστε να γίνει το μνημείο κατανοητό στον επισκέπτη. Η ολοκλήρωσή του έργου αναστήλωσης και συντήρησης έχει ως απώτερο σκοπό την οργάνωση και ανάδειξη του χώρου σε έναν μοναδικό αρχαιολογικό χώρο, ένα πρότυπο αρχαιολογικό πάρκο στις Κυκλάδες, με εποπτικό ενημερωτικό υλικό και διαδρομές περιήγησης, σε όλο το νησί, αφού πρόκειται για ένα από τα μοναδικά ακατοίκητα νησιά στις Κυκλάδες, με ιδιαίτερο φυσικό κάλλος.
Στο φετινό πρόγραμμα συμμετείχαν πολλοί φοιτητές από πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού και από το ΔΙ.ΚΕ.ΜΕΣ/CYA. Οι ανασκαφικές και αναστηλωτικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν και φέτος χάρη στις ευγενικές χορηγίες των Ιδρυμάτων Α.Γ.Λεβέντη, Α&Π Κανελλοπούλου,των Αθανασίου και Μαρίνας Μαρτίνου, του ΔΙ.ΚΕ.ΜΕΣ (πρόεδρος Αλέξης Φυλακτόπουλος), των Αλίκης και Αταλάντας Γουλανδρή, της Μαρίας Εμπειρίκου, του Γιάννη Φούφα, ενώ σημαντική υπήρξε και η συμβολή του Δήμου Αντιπάρου και της Κοινοπραξίας Φεριμπότ Αντιπάρου στη διαμονή και μετακίνηση των μελών της ανασκαφής.
(Ανακοίνωση ΥΠΠΟ)
Η συστηματική έρευνα στη θέση Μάντρα Δεσποτικού ξεκίνησε το 1997 από τον αρχαιολόγο Γ. Κουράγιο (Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων). Έως σήμερα έχει έρθει στο φως ένα εκτεταμένο αρχαϊκό ιερό, η ακμή του οποίου χρονολογείται στον 6ο αι.π.Χ., ενώ τα πρωιμότερα ίχνη λατρείας ανάγονται στον 9ο και 8ο αι. π. Χ. (γεωμετρική εποχή). Η κατεξοχήν λατρευόµενη θεότητα στο ιερό κατά την αρχαϊκή και κλασική περίοδο ήταν ο Απόλλωνας, ενώ στην κλασική περίοδο λατρευόταν και η θεά Εστία µε το επίθετο «Ισθµία». Έχουν ανασκαφεί μέχρι σήμερα 13 κτίρια. Το κέντρο της λατρείας ήταν ένα προστατευμένο με περίβολο τέμενος, στο οποίο δέσποζε ο μαρμάρινος πρόστυλος ναός και δίπλα σε αυτόν το τελετουργικό εστιατόριο και άλλα δυο μαρμάρινα οικοδομήματα λατρευτικού χαρακτήρα. Στο κέντρο βρισκόταν ο μεγάλος μαρμάρινος ημικυκλικός βωμός, ενώ μπροστά από το ναό ο βωμός της Εστίας Ισθμίας.
Κατά τις φετινές έρευνες αποκαλύφθηκε ένα ιδιαίτερα πολύπλοκης κάτοψης κτιριακό συγκρότημα συνολικών διαστάσεων 35 Χ 15μ., το οποίο βρίσκεται στην νότια πλευρά του αρχαϊκού τεμένους δίπλα στη νότια είσοδο του ιερού. Από τα πολυπληθή ευρήματα προκύπτει ότι το νέο συγκρότημα, το οποίο ανήκει στην αρχαϊκή περίοδο (εποχή ίδρυσης του ιερού), γνώρισε διάφορες οικοδομικές φάσεις με επεκτάσεις και προσθήκες δωματίων, κατά την κλασική και ελληνιστική περίοδο. Tμήμα του κτηριακού συγκροτήματος αυτού περιλαμβάνει οικοδόμημα ορθογώνιας κάτοψης, διαστάσεων 20Χ12μ., που αποτελείται από πέντε δωμάτια με εισόδους στη νότια πλευρά που επικοινωνούν με μεγάλο ανοικτό αίθριο και επιβλητική είσοδο. Τα δωμάτια φέρουν πλακόστρωτα δάπεδα και διάφορες κατασκευές στο εσωτερικό τους, μάλλον για τελετουργική χρήση.
Δυτικά του κτιριακού συγκροτήματος αυτού αποκαλύφθηκε ακόμη ένα μεγάλο κτίριο αποτελούμενο από τέσσερα δωμάτια, ενώ σε ένα από αυτά βρέθηκε κτιστός τετράγωνος βωμός από σχιστολιθικές πλάκες. Αποκαλύφθηκε μεγάλη ποσότητα κεραμικής και περισσότερα από είκοσι θραύσματα αγγείων με εγχάρακτες επιγραφές του ονόματος του Απόλλωνα, που επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά την λατρεία του θεού στη συγκεκριμένη θέση. Η αποκάλυψή των παραπάνω κτιρίων αποτελεί μαρτυρία για τη συνέχιση της λειτουργίας του ιερού και στους κλασικούς-ελληνιστικούς χρόνους, αλλά και για τη μεγάλη έκτασή και πολύπλοκη χωροταξική οργάνωσή του, που αντανακλούν τη μεγάλη φήμη και επισκεψιμότητα του έως και τον 3ο αι.π.Χ.
Επιπλέον, ανασκαφικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν και στο Κτίριο Ζ, που βρίσκεται έξω από τον λατρευτικό περίβολο του τεμένους, όπου αποκαλύφθηκαν ακόμη δύο δωμάτια του και μεγάλη ποσότητα εισηγμένης γραπτής αττικής κεραμικής κλασικών χρόνων. Όπως, επίσης, αποκαλύφθηκε τοίχος μεγάλων διαστάσεων κατά μήκος της οδού που θα έπαιρναν οι πιστοί από το αρχαίο λιμάνι προς το τέμενος, που είχε οχυρωματικό χαρακτήρα για να προστατεύσει τα κτίρια, που εκτείνονταν στη χερσόνησο του Δεσποτικού, εκτός του λατρευτικού περιβόλου.
Στα πολυάριθμα ευρήματα της φετινής ανασκαφικής έρευνας συγκαταλέγονται θραύσμα από την κνήμη ποδιού αρχαϊκού κούρου, τρία θραύσματα κάτω άκρων κούρων, - που έρχονται να προστεθούν στα 65 ήδη αποκαλυφθέντα θραύσματα μαρμάρινων αρχαϊκών κούρων- καθώς και τμήμα μιας ιδιαίτερης μαρμάρινης αρχαϊκής βάσης αγάλματος με την πλίνθο της, η οποία φέρει την επιγραφή (Α)ΝΕΘΗ(ΚΕ), ακέραιο πήλινο ακροκέραμο, θραύσματα ερυθρόμορφου κρατήρα με παράσταση του θεού Διόνυσου, περισσότερα από είκοσι μελαμβαφή λυχνάρια, 33 ενεπίγραφα θραύσματα σκύφων και κυλίκων με το όνομα του Απόλλωνα (Α, ΑΠ, ΑΠΟΛ), θραύσματα μηλιακών-παριανών αγγείων και θραύσματα μελανόμορφων αγγείων αττικής προέλευσης (τέλη 6ου αι. π. Χ), πήλινη αρχαϊκή λεκάνη με περίτεχνες λαβές, πήλινα ειδώλια και χάλκινα αντικείμενα.
Πέραν των ανασκαφικών εργασιών, πραγματοποιήθηκαν από συνεργείο τεσσάρων εξειδικευμένων μαρμαροτεχνιτών εργασίες για την ολοκλήρωση της α΄φάσης της προμελέτης αναστήλωσης του ναού και του τελετουργικού εστιατορίου που έχει ήδη εγκριθεί από το ΚΑΣ (αρχιτέκτων-μελετητής Γ.Ορεστίδης). Συγκεκριμένα, συμπληρώθηκε ο στυλοβάτης του εστιατορίου, που είναι κατασκευασμένος από μεγάλες πλάκες γνευσίου, σε μήκος 17 μέτρων, όπως επίσης συμπληρώθηκαν δυο τμήματα από τον μαρμάρινο στυλοβάτη του ναού και συμπληρώθηκαν οι κατώτατοι δόμοι της παραστάδος, που υπήρχε μεταξύ τελετουργικού εστιατορίου και ναού.
Οι εργασίες αναστήλωσης του αρχαϊκού ναού και του εστιατορίου έχουν αποκτήσει πρωταρχική σημασία, αφού στοχεύουν στην συμπλήρωση της κάτοψης των μνημείων και στην υποδήλωση της τρίτης διάστασης, ώστε να γίνει το μνημείο κατανοητό στον επισκέπτη. Η ολοκλήρωσή του έργου αναστήλωσης και συντήρησης έχει ως απώτερο σκοπό την οργάνωση και ανάδειξη του χώρου σε έναν μοναδικό αρχαιολογικό χώρο, ένα πρότυπο αρχαιολογικό πάρκο στις Κυκλάδες, με εποπτικό ενημερωτικό υλικό και διαδρομές περιήγησης, σε όλο το νησί, αφού πρόκειται για ένα από τα μοναδικά ακατοίκητα νησιά στις Κυκλάδες, με ιδιαίτερο φυσικό κάλλος.
Στο φετινό πρόγραμμα συμμετείχαν πολλοί φοιτητές από πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού και από το ΔΙ.ΚΕ.ΜΕΣ/CYA. Οι ανασκαφικές και αναστηλωτικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν και φέτος χάρη στις ευγενικές χορηγίες των Ιδρυμάτων Α.Γ.Λεβέντη, Α&Π Κανελλοπούλου,των Αθανασίου και Μαρίνας Μαρτίνου, του ΔΙ.ΚΕ.ΜΕΣ (πρόεδρος Αλέξης Φυλακτόπουλος), των Αλίκης και Αταλάντας Γουλανδρή, της Μαρίας Εμπειρίκου, του Γιάννη Φούφα, ενώ σημαντική υπήρξε και η συμβολή του Δήμου Αντιπάρου και της Κοινοπραξίας Φεριμπότ Αντιπάρου στη διαμονή και μετακίνηση των μελών της ανασκαφής.
(Ανακοίνωση ΥΠΠΟ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου