Τρίτη 20 Ιουλίου 2010

Οι "Βλαβερές ανα-γνώσεις" έκαναν πρεμιέρα

"Βλαβερές Αναγνώσεις" του Θόδωρου Γρηγοριάδη
Φεστιβάλ Φιλίππων Καβάλας 2010
19-23 Ιουλίου, στις 9.30 το βράδυ, στο Απεντομωτήριο, στο Λιμάνι Καβάλας

Της Δάφνης Καραθεοδώρου

Οι "βλαβερές ανά - γνώσεις" του Θόδωρου Γρηγοριάδη δεν μπορεί να είναι βλαβερές για τους ανά - γνώστες.
Ο καθηγητής Ίωνας Περκερίδης καταπιεστής αλλά και καταπιεζόμενος ο ίδιος , κατά την εποχή της στρατιωτικής χούντας ζητά να γίνουμε γνώστες της εκδρομής του καθώς την καταγράφει για εμάς, για τους επόμενους και έτσι ελευθερώνεται.
Εικονική η πραγματικότητα (καθρέφτης)μέσα στην οποία ζούμε όλοι μας.

Έρωτας (κόκκινος καναπές ) αυτός ο παρεξηγημένος .

Ο νέος , ο στρατιώτης που δεν πρέπει να ρωτά το "γιατί;" γίνεται το θύμα, φτάνει στο τέλος.
Οι σκιές , οι φωτισμοί και ο καθρέφτης ασκούν τόσο μεγάλη επιρροή στον θεατή τον καθηλώνουν, είναι τρία στοιχεία τόσο λιτά και απέριττα, αλλά δημιουργούν ένα συναίσθημα ανά - ζήτησης και κατά - νόησης του σήμερα .

Ένα σήμερα απολιθωμένο από την αλήθεια , από την διαφορετικότητα και από την ελευθερία έκφρασης του καθένα.

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2010

"Βλαβερές Αναγνώσεις" του Θόδωρου Γρηγοριάδη

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΑΒΑΛΑΣ ΦΙΛΙΠΠΩΝ 2010

«ΒΟΡΡΑΣ»
μια παραγωγή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ

ΒΟΡΡΑΣ Β:
Τα μονόπρακτα
Β1 «Βλαβερές Αναγνώσεις»
του Θεόδωρου Γρηγοριάδη

Β2 «Τι λες και σύ, Μπάμπη;»

ΒΟΡΡΑΣ Β1: «Βλαβερές Αναγνώσεις» του Θεόδωρου Γρηγοριάδη

Υπόθεση:

Μερικά προσωπικά κείμενα πρέπει άραγε να διαβάζονται στην ώρα τους ή μήπως καλύτερα να παραμένουν στα μυστικά συρτάρια της μνήμης;

Ένα βιβλίο από το παρελθόν ανασύρεται σε μια συνάντηση ανάμεσα σε έναν ώριμο άντρα, που ζει στον Έβρο, τον Στέργιο και έναν εικοσάχρονο στρατιώτη που έχει φέρει τα χειρόγραφα-κάποτε φυλαγμένα από τον φιλόλογο πατέρα του, τον Καβαλιώτη Ίωνα Περκερίδη. Από τις σελίδες του αυτοβιογραφικού κειμένου, ξεπηδάει μια σκοτεινή ιστορική περίοδος, εκείνη της στρατιωτικής χούντας, μια αποσιωπημένη σχέση ανάμεσα στον καθηγητή Ίωνα, διορισμένο τότε στο χωριό του Έβρου, και τον έφηβο μαθητή του Στέργιο. ΄Ενα αινιγματικό πέρασμα του βορρά που θα αποβεί διαχρονικά μοιραίο για τα πρόσωπα της ιστορίας καθώς θα το διασχίσουν σε μια εκδρομή.

Το κείμενο:

Το κείμενο αυτό γράφτηκε κατόπιν ανάθεσης από το ΔΗΠΕΘΕ Σερρών (όπως και η «Δεύτερη γέννα») όμως τελικά μεταφέρθηκε στο Φεστιβάλ Καβάλας. Ιδέα ήταν κάποιοι βορειοελλαδίτες συγγραφείς, ο Θεσσαλονικιός Σάκης Σερέφας, ο Κομοτηναίος Μισέλ Φάις, οι Καβαλιώτες αδελφοί Κούφαλη και ο Παγγαιορείτης Θεόδωρος Γρηγοριάδης, να ασχοληθούν με ένα κοινό θέμα. Επιλέχτηκε η έννοια «Βορράς» , ό,τι και να σημαίνει αυτό για τον κάθε συγγραφέα, τον ψυχισμό του και τον γεωγραφικό του προσανατολισμό. Οι τρεις εκ των τεσσάρων συγγραφείς, Φάις, Σερέφας, Γρηγοριάδης είναι κατ’ εξοχήν πεζογράφοι αλλά έχουν δοκιμαστεί και στο θέατρο ειδικά ο Σερέφας.

Πώς προέκυψαν οι«Βλαβερές αναγνώσεις»

Όπως αναφέρει ο Θόδωρος Γρηγοριάδης, "το κείμενο μου στηρίχτηκε σε μια μυθιστορηματική ιδέα που δεν υλοποιήθηκε. Είναι το δεύτερο θεατρικό μου κείμενο που ανεβαίνει στην σκηνή και μάλιστα μέσα στην πόλη της Καβάλας. Όπως και στη «Δεύτερη γέννα» όπου η ηρωίδα μου (την υποδύθηκε η Φιλαρέτη Κομνηνού) ήταν Καβαλιώτισσα, έτσι και στις «Βλαβερές αναγνώσεις» ο ήρωας που δεσπόζει και όλη η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από αυτόν, είναι ένας Καβαλιώτης καθηγητής φιλόλογος, ο Ίωνας Περκερίδης.
Επέλεξα οικεία εδάφη: τον Έβρο και τα χωριά του όπου δίδαξα χρόνια καθηγητής Αγγλικών. Χρονική περίοδος είναι το σήμερα (για την ακρίβεια η δεκαετία του ενενήντα) αλλά όλες οι αναφορές στην παράσταση γίνονται στην εποχή της χούντας κατά τη διάρκεια της οποίας τελείωσα το γυμνάσιο 1967-74.
Πολλοί καθηγητές τότε υπήρξαν ένα μείγμα εξαιρετικών δασκάλων και φανατικών υποστηρικτών των στρατιωτικών. Ο Ίωνας Περκερίδης είναι ένας από αυτούς, φυσικά πρόκειται για ένα φανταστικό πρόσωπο αλλά με στοιχεία από άλλους αληθινούς χαρακτήρες. Ο Ίωνας καθοδηγούσε τον μικρό τότε Στέργιο, ασκώντας ένα είδους σωματικής και πνευματικής βίας. Στο θεατρικό κείμενο καταγγέλλεται αυτή η ακαταλόγιστη περίοδος και αποδείχνεται ότι ακόμη μια δεύτερη γενιά, όπως ο γιος του Ίωνα, μπορεί να πληρώσει για τις «αμαρτίες» του πατέρα του".

Σκηνοθεσία:
Γιάννης Παρασκευόπουλος
Βοηθός Σκηνοθέτη:
Βάσια Μπακάκου
Σκηνογράφος - Ενδυματολόγος:
Κώστας Βεληνόπουλος
Φωτισμοί:
Αλέκος Αναστασίου
Μουσική:
Θεόδωρος Αμπαζής
Ερμηνεύουν:
Γιάννης Παρασκευόπουλος
Μαγδαληνή Μπεκρή
Δημήτρης Σαμόλης

Παραστάσεις 19-23 Αυγούστου στο Απεντομωτήριο.

Η παράσταση δεν συνιστάται για παιδιά κάτω των 15 ετών.

Τρίτη 13 Ιουλίου 2010

Αναβίωσαν τα "Τσάνια"

Τα «Τσάνια» το κορυφαίο έθιμο του Παλαιοχωρίου στο Παγγαίο, οι ρίζες του οποίου χάνονται στους αιώνες, αναβίωσε για ακόμη μια φορά την Κυριακή 11 Ιουλίου, και παρά τις δύσκολες συνθήκες προσέλκυσε εκατοντάδες επισκέπτες από όλη τη γύρω περιοχή. Μεταξύ των επισκεπτών ήταν και πλήθος υποψηφίων της τοπικής ή της περιφερειακής αυτοδιοίκησης, που είδαν την αναβίωση του εθίμου σαν μια ακόμη ευκαιρία να προσεγγίσουν τους πολίτες, ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου.

Παράλληλα ο τελικός του Παγκοσμίου Κυπέλου Ποδοσφαίρου δεν φάνηκε να επηρέασε τον κόσμο που συνέρευσε στο Παλαιοχώρι για να δει από κοντά το ξακουστό αυτό έθιμο.

Όπως κάθε χρόνο, οι νέοι του Παλαιοχωρίου κατά παράδοση, πηγαίνουν στο όμορφο καστανοδάσος που περιβάλει τον γραφικό οικισμό για να φέρουν ξύλα, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για να βράσει το «κουρμπάνι» που θα μοιραστεί την ημέρα της πανήγυρης του Προφήτη Ηλία. Το έθιμο, φαίνεται να έχει τις ρίζες του σε κάποια αρχαία ελληνικά δρώμενα, και συγκεκριμένα στις πομπές του θρυλικού Θράκα βασιλιά του Παγγαίου, του Ρήσου, ο οποίος στόλιζε τα άλογά του και κρεμούσε κουδούνια στο λαιμό τους προκειμένου να κάνουν θόρυβο και να τρομάζουν οι εχθροί.

Έτσι λοιπόν οι νέοι, από τα χαράματα, στολίζουν με χάντρες τα χαλινάρια των ζώων τους, τους περνούν μεγάλα κουδούνια, τα γνωστά «Τσάνια, και αφού πάρουν την ευλογία του ιερέα, ξεκινούν από τον αυλόγυρο του Προφήτη Ηλία για το βουνό. Εκεί, μόλις ολοκληρωθεί το κόψιμο των ξύλων, στήνεται μεγάλο γλέντι μέσα στο καστανοδάσος με παραδοσιακή μουσική αλλά και τους ήχους από τα Τσάνια να αντηχούν στις πλαγιές.

Με τη δύση του ηλίου οι νέοι του χωριού κατηφόρισαν προς το χωριό μαζί με τα φορτωμένα ζώα, συνοδευόμενοι από τους ήχους παραδοσιακών οργάνων. Πέρασαν από την πλατεία όπου τους περίμενε ο κόσμος προκειμένου να διαπιστώσει για μια ακόμη χρονιά τη στενή σχέση του ανθρώπου με τη φύση, αλλά και την ανάγκη της πίστης. Από εκεί η πομπή κατευθύνθηκε στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία όπου και ξεφόρτωσαν τα ξύλα, για να επιστρέψουν και πάλι στην πλατεία χορεύοντας.

Η μέρα γιορτής, έκλεισε με το καθιερωμένο πλέον παραδοσιακό πανηγύρι και στο οποίο συμμετείχαν οι εκατοντάδες επισκέπτες που κατέκλυσαν και αυτή τη φορά το Παλαιοχώρι.

Κυριακή 11 Ιουλίου 2010

"ΑΧΑΡΝΗΣ" του Αριστοφάνη. Επίκαιρο όσο ποτέ...

Πολλά στοιχεία επιθεώρησης, που όμως ο εξαιρετικά επίκαιρος χαρακτήρας της, άρεσε στο κοινό που ξεσπούσε συχνά σε θερμό χειροκρότημα, περιείχε η κωμωδία «Αχαρνής»του Αριστοφάνη, που παρουσιάστηκε την Παρασκευή και το Σάββατο, 9 και 10 Ιουλίου αντίστοιχα, στο αρχαίο θέατρο των Φιλίππων, από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, στο πλαίσιο του 53ου Φεστιβάλ Φιλίππων – Καβάλας. Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους οι Σταμάτης Κραουνάκης, Γρηγόρης Βαλτινός και Κώστας Βουτσάς, συγκίνησαν τους θεατές που παρακολούθησαν τις δύο παραστάσεις.

Όσον αφορά την υπόθεση του έργου, η ιστορία τοποθετείται στον έκτο χρόνο του πολέμου μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης. Οι συνέπειες του πολέμου πλήττουν καίρια τον αγροτικό πληθυσμό, ο οποίος, αναγκασμένος να ζει εντός των τειχών, βλέπει τη γη του να καταστρέφεται. Ο Αθηναίος αγρότης Δικαιόπολις απογοητευμένος από τους συμπολίτες του που αδρανούν και αγανακτισμένος με τους πολιτικούς που αδιαφορούν για το κοινό συμφέρον και οδηγούν την πόλη στην καταστροφή αποφασίζει να κλείσει συνθήκη «ιδιωτική» ειρήνης με τη Σπάρτη για τον ίδιο και την οικογένειά του. Εξοργισμένοι οι καρβουνιάρηδες του δήμου των Αχαρνών, μόλις το πληροφορούνται, κυνηγούν τον «προδότη» για να τον τιμωρήσουν. Ο Δικαιόπολις θα ζητήσει τη βοήθεια του Ευριπίδη για να τους αντιμετωπίσει, θα μεταχειριστεί κάθε μέσο για να επιβάλει την ειρήνη του και δεν θα διστάσει να τα βάλει ακόμη και με τον φιλοπόλεμο στρατηγό, Λάμαχο, τον πιο ισχυρό υπερασπιστή του πολέμου.

Προσαρμοσμένο στο σήμερα

Η σκηνοθεσία του Σωτήρη Χατζάκη επέλεξε να φέρει το έργο στο σήμερα. Επιχειρώντας μια τομή στην ελληνική διαχρονία, επιβεβαιώνεται η παθογένεια και οι εμμονές ενός υπερτροφικού εγώ, που αντιμάχεται τη συλλογικότητα και όποιους θεσμούς νομιμοποιούν ως πρώτιστο επίτευγμα τη συνοχή του κοινωνικού ιστού. Η αντιστοιχία του τότε με το σήμερα, ανατριχιαστική. Πόλεμος –στρατιωτικός και οικονομικός- κρίση του πολιτεύματος, δημοκρατία υψηλού κινδύνου, το πολιτικό προσωπικό σε αμφισβήτηση, ηθική πτώση και πολιτισμική παρακμή. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ο Δικαιόπολις επιχειρεί το ατομικό του εγχείρημα. Μία πράξη που φέρει την ποιότητα του απελπισμένου, το δικαίωμα της απόγνωσης, αλλά και το σπέρμα του αμοραλισμού, να κυοφορεί κάτι εξόχως επικίνδυνο, στον πυρήνα του κατορθώματος: από την πράξη του Δικαιόπολι ωφελείται ο ίδιος και η οικογένειά του. Δεν πρόκειται για συλλογική έξοδο από την κατάρρευση της πόλης, αλλά για επιτυχία μιας ιδιωτείας που αποθεώνεται, αλλά δεν προσφέρει. Δεν είναι τυχαίο που ο γεωργός Δικαιόπολις μετά την παράβαση αλλάζει οικονομική βάση και γίνεται μεταπράτης, πωλητής προϊόντων της γης, ένας μπακάλης. Από εκείνο το σημείο θα ρυθμίζει τις προσφορές, θα ανοίγει την κάνουλα της ειρήνης, κατά το δοκούν, συντρίβοντας τον στρατηγό Λάμαχο, μία κωμικοτραγική εκδοχή ενός θρασύδειλου, άκαπνου πολέμαρχου, παλαιάς κοπής, ενός θαμπού εθνικιστή.

Ο Χορός –ένα οργανωμένο χάος- εισέρχεται στη σκηνή οργισμένος, επιθετικός, αδιάλλακτος. Όμως ο Δικαιόπολις θα τον αντιμετωπίσει με θάρρος και με θράσος, θα τον πείσει μεταμφιεζόμενος σε ήρωα του γοητευτικού μεγάλου Αρνητικού της εποχής, του Ευριπίδη. Καθώς ρέει το κρασί και τα κοψίδια σπάνε τις μύτες, ο Χορός μεταστρέφεται, αρνείται τον Λάμαχο και χορεύει συστρεφόμενος, στις παγανιστικές φούρλες του Δικαιόπολι.

Οι συντελεστές

Η μετάφραση του έργου είναι από τον Κ.Χ. Μύρη. Τα σκηνικά φιλοτέχνησε o Γιώργος Πάτσας, τα κοστούμια είναι της Έρσης Δρίνη, η μουσική του ο Σταμάτη Κραουνάκη και τη χορογραφία υπογράφει ο Φωκάς Ευαγγελινός.

Τους ρόλους ερμηνεύουν, με σειρά εμφάνισης, οι: Σταμάτης Κραουνάκης (Δικαιόπολις), Ιορδάνης Αϊβάζογλου (Κήρυκας), Δημήτρης Κοντός (Αμφίθεος), Γιάννης Χαρίσης (Πρέσβης Α), Χρήστος Νίνης (Πρέσβης Β΄, Θηβαίος), Νίκος Μαγδαληνός (Πρέσβης Γ', Ξανθίας), Κωνσταντίνος Χατζησάββας (Αρτάβας, Υπηρέτης Ευριπίδη), Νίκος Τουρνάκης (Θέωρος), Γιάννης Σιαμσιάρης ( Ευριπίδης), Γρηγόρης Βαλτινός (Λάμαχος), Πάολα Μυλωνά (Θεραπαινίδα Λάμαχου, Μούσα,) Τατιάνα Μύρκου (Θεραπαινίδα Λάμαχου, Μούσα, Ειρήνη), Εύα Σωφρονίδου (Θεραπαινίδα Λάμαχου, Κορίτσι Μεγαρίτη), Κώστας Βουτσάς (Μεγαρίτης), Παρθένα Χοροζίδου (Κορίτσι Μεγαρίτη), Αλέξανδρος Τσακίρης (Συκοφάντης, Γεωργός, Β΄ Κήρυκας), Γιάννης Καραούλης (Νίκαρχος), Πολυξένη Σπυροπούλου (Άγγελος Λάμαχου, Κουμπάρα), Θεοδώρα Βουτσά (Παράνυμφος), Χρίστος Νταρακτσής (Παιδί), Νίκος Καπέλιος ( Άγγελος-Νοσοκόμα Λάμαχου).

Στο χορό συμμετέχουν με αλφαβητική σειρά οι: Ιορδάνης Αϊβάζογλου, Θεοδώρα Βουτσά, Νίκος Καπέλιος, Θανάσης Καραθανάσης, Γιάννης Καραούλης, Δημήτρης Κοντός, Νίκος Μαγδαληνός, Χρήστος Μουστάκας, Πάολα Μυλωνά, Τατιάνα Μύρκου, Χρήστος Νίνης, Χρίστος Νταρακτσής, Νίκος Ορτετζάτος, Βασίλης Παπαγεωργίου, Γιάννης Σιαμσιάρης, Μιχάλης Σιώνας, Πολυξένη Σπυροπούλου, Εύα Σωφρονίδου, Νίκος Τουρνάκης, Αλέξανδρος Τσακίρης, Γιάννης Χαρίσης, Κωνσταντίνος Χατζησάββας, Παρθένα Χοροζίδου.

Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010

Συνέντευξη Εύης Λαμπροπούλου

ΕΥΗ ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΥ:
«Υπάρχει πάντα λίγη Καβάλα σε ό,τι γράφω, με τη μορφή φίλων που τροφοδοτούν με ατάκες»


Ένας χρόνος πέρασε από την κυκλοφορία του, και το μυθιστόρημα «Όλα τα μήλα» της Εύης Λαμπροπούλου αποτελεί ακόμη αντικείμενο συζήτησης τόσο στους λογοτεχνικούς κύκλους όσο και στο αναγνωστικό κοινό. Πρόκειται για ένα βιβλίο που γράφτηκε στην Καλαμίτσα, και κέρδισε το κοινό όλης της χώρας. Είναι ο τρόπος που γράφει, λένε οι περισσότεροι που καθηλώνει, ενώ παράλληλα «περνά» στον αναγνώστη μια φρεσκάδα «ανατρεπτική», αυτή της «γενιάς Χ». Κάθε βιβλίο της Εύης Λαμπροπούλου, έχει και κάποιο «άρωμα» Καβάλας και η ίδια χαριτολογώντας αναφέρει πως «όταν πλησιάζω στην Καβάλα, νιώθω σαν τον Δράκουλα που παίρνει δύναμη καθώς πλησιάζει στο κάστρο του».

Συνέντευξη στον Άρη Μεντίζη

- «Όλα τα μήλα», ένα αρκετά «συζητημένο» βιβλίο. Πως προέκυψε;

Ήθελα να γράψω μια μαύρη ερωτική ιστορία σε ατμόσφαιρα Μέρι Γκέιτσκιλ, της κορυφαίας αμερικανίδας στυλίστριας, δηλαδή είχα στο μυαλό μου ένα συγκεκριμένο ύφος. Επίσης ήθελα να γράψω για το ανικανοποίητο του ανθρώπου, για την ανάγκη να εξελίσσει τον εαυτό του και να τον ξεπερνάει, πράγμα που συχνά σημαίνει να αφήνει πίσω αγάπες και ασφάλεια.

Όταν αρρώστησε βαριά η αγαπημένη γιαγιά μου στην Καβάλα, ανέβηκα για να της κάνω παρέα, και καθώς ήμουνα δίπλα της στη βεράντα δίχως να μπορώ να κάνω πολλά, άρχισα την ερωτική ιστορία. Άρχισα να καταγράφω και την καθημερινότητα της, το άπλωμα σεντονιών με τον ψυχαναγκαστικό τρόπο που της άρεσε, τις ζωηρές σαρδελιές της, το πώς την τάιζα με το κουταλάκι. Ένιωθα ενοχές που κατέγραφα τον θάνατο της γιαγιάς μου, αλλά δε μπορούσα να κάνω αλλιώς! Τώρα χαίρομαι που το έκανα. Απέκτησα τελικά μια παράλληλη ιστορία την οποία σύνδεσα με την ερωτική, με τις φοβερές, σοφές ατάκες που πετάει η γιαγιά στην μπερδεμένη εγγονή, και έδωσα μια επιπλέον διάσταση στο βιβλίο, αλλά και τη σκιά μελαγχολίας που χρειαζόταν. Ασφυκτική ατμόσφαιρα, από την οποία να μη μπορείς να ξεφύγεις, να νιώθεις εγκλωβισμένος, όπως ήμουνα κι εγώ περίπου εκείνη την εποχή. Το βιβλίο αυτό γράφτηκε σε δύο μήνες, στην Καλαμίτσα.

- Υπάρχει ταύτιση της ηρωϊδας με την Εύη Λαμπροπούλου;

Πάντα με ταυτίζουν οι αναγνώστες με τις ηρωίδες μου. Διάφοροι άνθρωποι που δεν με γνωρίζουν, με φωνάζουν χάπι-Λου. Βλέπετε, οι τίτλοι των βιβλίων μου είναι πιο αναγνωρίσιμοι από το κοινότοπο ονοματεπώνυμό μου (όπως το αποκάλεσε το ΒΗΜΑΓΚΑΖΙΝΟ). Και ένας πρώην μου νομίζει ότι παίζει στο Όλα τα μήλα. Μοιάζω με τις ηρωίδες μου αλλά δεν είμαι αυτές. Έχουν πάντως όλες κομμάτια από μένα. Η Τέτα του ‘Όλα τα μήλα’ έχει τα μαλλιά, τα ρούχα μου, την αγάπη μου για τη θάλασσα, τις ενοχές μου. Την αγάπη μου για τον Ντέιβιντ Λιντς, τους Παλπ και τη Μερέντα. Και έχω κι εγώ νιώσει εγκλωβισμένη σε μια σχέση σε βαθμό ασφυξίας.

- Ποιο πιστεύετε ότι είναι το στοιχείο που «κέρδισε» τα θετικά σχόλια σε αυτό το βιβλίο σας;

Το έχουν ερμηνεύσει τόσο διαφορετικά αυτό το βιβλίο, ώστε αναρωτιέμαι αν έχουν διαβάσει το ίδιο βιβλίο. Κάποιοι λένε ότι η γιαγιά δίνει βάθος, κι άλλοι ότι δεν χρειάζεται. Κάποιοι ότι είναι το πιο ώριμο που έχω γράψει, άλλοι το πιο ‘συντηρητικό’. Κάποιοι μιλάνε για «μπόλικο χιούμορ, σατιρική διάθεση και αντικομφορμισμό." Κατά την Ελευθεροτυπία και τον Βαγγέλη Χατζηβασιλείου: ‘Η κοφτή, στακάτη… γλώσσα και η εξαιρετικά πυκνή αφήγηση... Το πιο δυνατό χαρτί της νουβέλας είναι η περίεργη σχέση των πρωταγωνιστών με το σεξ. Και οι δύο έχουν ένα ιδιαιτέρως σοβαρό ζήτημα μαζί του (η συγγραφική σκηνοθεσία αποκτά εν προκειμένω έναν ιδιότυπο αισθησιασμό)….»

- Σας εμπνέει ο τόπος καταγωγής σας ή ο τόπος όπου ζείτε αυτή την στιγμή;

Υπάρχει πάντα λίγη Καβάλα σε ότι γράφω, με τη μορφή φίλων που τροφοδοτούν με ατάκες. Συνήθως επικρατεί ο τόπος όπου ζω κάθε φορά. Το Σχεδόν σούπερ, ενώ γράφτηκε στην Θεσσαλονίκη, εκεί προς το τέλος που είχα πια μετακομίσει στη Μυτιλήνη, απέκτησε και ιαματικά λουτρά Λισβορίου Λέσβου. Ο τόπος που διαδραματίζεται το βιβλίο ωστόσο είναι η Αθήνα, στην οποία ελάχιστα είχα ζήσει μέχρι τότε.

- Αισθάνεστε "γυναίκα συγγραφέας"; Υπάρχει γυναικεία γραφή (και σαφώς δεν εννοώ τα ροζ μπεστ σέλερ). Πώς βλέπετε τον ρόλο μιας γυναίκας που γράφει σήμερα;

Πάντως δεν αισθάνομαι άντρας συγγραφέας. Είμαι ξεκάθαρα, νομίζω, γυναίκα και γράφω σαν… άνθρωπος. Αν και κάποιοι έγραψαν ότι γράφω ‘σαν άντρας’, εννοώντας το ως έπαινο βεβαίως, εφόσον η γυναικεία λογοτεχνία θεωρείται συχνά αισθηματική και ρηχή. Υπάρχουν σημαντικότατες γυναίκες συγγραφείς, (Μέρι Γκέιτσκιλ, Ελίζαμπεθ Βερτζελ κλπ) και αισθάνομαι περήφανη που είμαι γυναίκα συγγραφέας, αλλά και (κατά σχιζοφρενικό τρόπο) που γράφω σαν άντρας, αφού αυτό -ειρωνικά- σημαίνει ότι δεν γράφω φτηνή λογοτεχνία! Οι άντρες δεν αντιμετωπίζουν αυτή τη ρετσινιά, αν και πολλοί άντρες γράφουν ελαφριά λογοτεχνία. Αυτό είναι άδικο.

Επίσης με αποκαλούν ευρωπαϊκή (ή Αμερικάνικη) λογοτεχνία, οπότε γλύτωσα και την άλλη ρετσινιά, του ‘βαρετού έλληνα λογοτέχνη’ από αυτούς που ‘δε διαβάζουν ελληνική λογοτεχνία’. Για να προλάβω την ερώτησή σας, αισθάνομαι ελληνίδα συγγραφέας, και δη βορειοελλαδίτισσα, πράγμα που χρειάστηκε να το υπερασπιστώ, όταν παραδείγματος χάριν ο επιμελητής μου πρότεινε να βγάλω από το ‘χάπι Λου’ τη λέξη ΄πάνε’ που στους αθηναίους ακούγεται χωριάτικη. Την κράτησα φυσικά.

- Για την Λογοτεχνική Σχολή της Καβάλας έχετε κάποια άποψη; Συνδέεστε λογοτεχνικά με συγγραφείς που εντάσσονται σε αυτήν την Σχολή;

Τι να σας πω, εγώ δεν έχω γράψει ακόμα για την Καβάλα. Χαίρομαι πάντως που Καβαλιώτες όπως ο Αξιώτης και ο Χαρπαντίδης, διδάσκονται στα σχολεία. Εκείνος ο ‘Καβαλιώτης’ με τον όποιον ίσως είμαι κοντά λογοτεχνικά είναι ο …Θανάσης Χειμωνάς, με τον οποίο η Καθημερινή μας συνέδεσε, εντάσσοντας τα πρώτα βιβλία μας στη γενιά ‘Χ’ που διαπνέεται από μηδενισμό, διάθεση για αλλαγή, μοντερνισμό. Ο Χειμωνάς θεωρεί τον εαυτό του κάπως Καβαλιώτη. Επίσης, παραλίγο να βρεθώ σε μια συλλογή των εκδόσεων ‘Απόπειρα’ μαζί με τη Μανίνα Ζουμπουλάκη και τη Λένα Κιτσοπούλου, αλλά δυστυχώς δεν μπορούσα όταν μου έγινε η πρόταση.
Έχω γράψει αδημοσίευτο διήγημα για τη Δράμα και την Καβάλα. Το χάπι Λου έχει κουβέντες με Καβαλιώτες και σκηνές από μπαρ της Καβάλας. Όπως είπα, υπάρχει λίγη Καβάλα σε ότι γράφω. Όταν πλησιάζω στην Καβάλα, νιώθω σαν τον Δράκουλα που παίρνει δύναμη καθώς πλησιάζει στο κάστρο του.

- Είστε αφοσιωμένη στην γραφή, θα θυσιάζατε κομμάτια από την προσωπική σας ζωή για το έργο σας;

Το έχω ήδη κάνει. Όταν γράφω ένα βιβλίο, συνήθως αφοσιώνομαι σ’ αυτό για μεγάλα χρονικά διαστήματα, δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Ο πρώην μου είχε πει ‘αν είναι να ξαναγράψεις βιβλίο πες το να χωρίσουμε’. Είναι δύσκολο να ζει κανείς με συγγραφέα, ξέρετε. Παλιότερα ονειρευόμουν να έχω σχέση με συγγραφέα, να μιλάμε για τέχνη όλη μέρα, να διαβάζουμε ο ένας στον άλλον δυνατά ότι γράψαμε- όπως κάνουν οι ήρωες του Όλα τα μήλα, που όμως είναι φωτογράφοι. Αλλά τώρα που οι συγγραφείς είναι φίλοι, και βλέπω την ομοιότητα στην ιδιοσυγκρασία, το ξεπέρασα: ποιος θα πηγαίνει τα παιδιά στο σχολείο;

- Διαβάζετε άλλους; Από ποιούς συγγραφείς έχετε ενδεχομένως επηρεαστεί; Έχετε ζηλέψει κάποιους με την καλή έννοια;

Διαβάζω συνέχεια και μόνο άλλους αφού ποτέ δεν διαβάζω τον εαυτό μου. Διαβάζω από τρεισήμισι ετών. Είμαι πρωτίστως αναγνώστρια. Και έχω ζηλέψει πολλούς. Την Έρικα Γιόνγκ στο Ίλιγγος. Το PARIS TRANCE, του GEOF DYER. Την Λολίτα του Ναμπόκοφ. Τους Τζέι μακ Ίνερνει και Irvine Welsh από τους οποίους έχω επηρεαστεί. Τον εξαίσιο Πασκάλ Μπρικνέρ: ποιος δεν θα ήθελε να είχε γράψει τα Μαύρα φεγγάρια του έρωτα!

- Θα γίνει παρουσίαση του βιβλίου στην Καβάλα;

Ελπίζω. Μακάρι. Καλέστε με και θα έρθω τρέχοντας.

- Ετοιμάζετε κάτι καινούργιο;

Ναι, αλλά όχι συστηματικά। Είμαι μεταξύ σπιτιών, ψάχνω διαμέρισμα, δεν έχω εγκατασταθεί ακόμα καλά στην Αθήνα. Δεν έχω μια υπέροχη δική μου γωνία για να γράφω. Θα είναι κάτι για μετανάστες και για το γκέτο της Αθήνας -στο οποίο ζω και έχω την ‘τύχη’ να βλέπω καθημερινά πρεζόνια, πόρνες από την Αφρική, νταβατζήδες, τραβεστί και πάμφτωχους Πακιστανούς σε πυκνότητα Μπανγκλαντές.


(Δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 2010 στο περιοδικο "Service". Οι φωτογραφίες του Νίκου Αλεξόπουλου, είναι από το αρχείο της Εύης Λαμπροπούλου)